Την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο “Ευαγγελισμός”, όπου νοσηλευόταν τις τελευταίες ημέρες, άφησε ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ο οποίος ήταν γνωστός για την πνευματική και κοινωνική του δράση, που έχει αναγνωριστεί διεθνώς.
Mετά από πολυήμερη νοσηλεία στον “Ευαγγελισμό” άφησε σήμερα το πρωί, στις 8:30, την τελευταία του πνοή από πολυοργανική ανεπέρκεια ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, Αναστάσιος, που είχε ξεχωρίσει για τον εγκάρδιο λόγο του και το σημαντικό του έργο.
Ο κατά κόσμον Αναστάσιος Γιαννουλάτος, Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος ήταν ο φωτισμένος ιεράρχης, ο διακεκριμένος πανεπιστημιακός δάσκαλος, που προτάθηκε για Νόμπελ Ειρήνης κατά τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου, που αναγέννησε την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας και είχε σημαντικό ιεραποστολικό, κοινωνικό και συγγραφικό έργο.
Η Εκκλησία της Αλβανίας ανακοίνωσε με βαθύτατη οδύνη την εκδημία του μακαριωτάτου σε ηλικία 95 ετών τονίζοντας ότι “υπήρξε ο αναστηλωτής και ανακαινιστής της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, την οποία ανέστησε κυριολεκτικώς εκ των ερειπίων μετά την πτώση του αθεϊστικού καθεστώτος.
“Με το θεόπνευστο όραμα και την ακάματη εργασία του, ανοικοδόμησε εκ βάθρων την εκκλησιαστική ζωή, ανήγειρε εκατοντάδες ναούς, συνέστησε εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα και ανέδειξε νέο κλήρο, προσφέροντας αδιάλειπτη θυσιαστική διακονία επί 33 και πλέον έτη”.
Ο ίδιος είχες αναπτύξει ιδιαίτερα τον τομέα εξωτερικής ιεραποστολής με συνεχή συμπαράσταση στα ιεραποστολικά κλιμάκια Kορέας, Iνδίας, Aφρικής και με την οργάνωση της Eβδομάδος Eξωτερικής Iεραποστολής.
Είχε γράψει κατηχητικά βοηθήματα για τους διδάσκοντες στα κατηχητικά σχολεία της Εκκλησίας της Ελλάδας, ενώ είχε κινητοποιήσει το υπουργείο Πολιτισμού και τις Μητροπόλεις της χώρας μας για την καταγραφή της εκκλησιαστικής κειμηλιακής περιουσίας.
Πάντα με ταπεινότητα, είχε λάβει πολλά βραβεία. Μεταξύ αυτών, το βραβείο Giuseppe Sciacca «για την ιεραποστολική δράση και την κοινωνική αλληλεγγύη», σε ειδική τελετή η οποία πραγματοποιήθηκε το 2015 στη Ρώμη.
Παρά τις δυσκολίες που συνάντησε στην πορεία του, δε, εργάστηκε με ζήλο για την αναβίωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αλβανία, την ενίσχυση της ειρηνικής συνύπαρξης των θρησκευτικών κοινοτήτων και την ανάπτυξη εκπαιδευτικών και κοινωνικών δομών.
Στην επίσημη αιτιολογία της βράβευσής του, το ίδρυμα Giuseppe Sciacca είχε υπογραμμίσει: «Πρόκειται για θεολόγο και ιστορικό των θρησκειών, ο οποίος έχει εκδώσει σειρά σημαντικών επιστημονικών μελετών που μεταφράστηκαν σε διάφορες γλώσσες. Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος αφιερώθηκε πολύ δυναμικά στην ιεραποστολική δράση στην Αφρική. Στη δράση του οφείλεται η οικοδόμηση 145 νέων εκκλησιών και η συντήρηση άλλων 70. Πραγματοποίησε, επίσης, και μεγάλα κοινωνικά έργα: σχολεία, νοσοκομεία και κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης, στοχεύοντας όχι μόνο σε παρεμβάσεις που να περιθάλπουν, αλλά και σε άλλες, ικανές να ελευθερώσουν τους ανθρώπους από τη φτώχεια, μέσω της συγκεκριμένων πρωτοβουλιών και απευθείας διαχείρισης από τους διάφορους πληθυσμούς».
Όταν του είχε απονεμηθεί από το ΑΠΘ η τιμητική διάκριση «Χρυσούς Αριστοτέλης», υπό το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού που αναφωνούσε «Άξιος», ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είχε τονίσει ότι «η παγκόσμια ειρήνη δεν αποτελεί ουτοπία, αλλά άμεση προτεραιότητα όλων όσοι πονούν και αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο». Είχε σημειώσει ότι το αντίθετο της ειρήνης δεν είναι πόλεμος αλλά ο εγωκεντρισμός, το αντίδοτο του οποίου είναι μόνο η αγάπη.
«Μόνο η εξουσία της αγάπης μπορεί να νικήσει την αγάπη για εξουσία» είχε υπογραμμίσει, ενώ είχε μιλήσει για μια αγάπη που φωλιάζει στις καρδιές των ανθρώπων δίχως να γνωρίζει σύνορα, δίχως να γνωρίζει προκαταλήψεις. Στην ομιλία του, μάλιστα, είχε αναφερθεί στον Ευαγγελιστή Ιωάννη, στον Απόστολο Παύλο, αλλά και στον Άλμπερτ Αϊνστάιν που ύμνησαν ο καθένας τους τη δύναμη της αγάπης με τον δικό του τρόπο.
Επιπρόσθετα, είχε επισημάνει ότι κύριο συστατικό της ειρηνικής συνύπαρξης αποτελεί η καλλιέργεια μιας υγιούς θρησκευτικής συνείδησης, η οποία στηλιτεύει κάθε μορφή βίας και εμπνέει τον σεβασμό στη θρησκευτική ελευθερία. «Η βία στο όνομα της θρησκείας βιάζει την ουσία της θρησκείας», είχε πει χαρακτηριστικά. Και είχε συνεχίσει με τη δήλωση πως η ειρήνη συνδέεται με τη δικαιοσύνη, η οποία στην εποχή μας είναι συνώνυμο της ανάπτυξης. «Η φτώχεια είναι ο χειρότερος τύπος βίας».
Σε αναφορά του στη σημασία του διαθρησκευτικού διαλόγου, είχε επικαλεστεί το παράδειγμα της Αλβανίας όπου συμβιώνουν πέντε διαφορετικές θρησκευτικές κοινότητες. Όπως είχε κάνει γνωστό, στη χώρα υπάρχει πλέον διαθρησκευτικό συμβούλιο, ενώ οι διαφορετικές θρησκείες ενώνουν τις δυνάμεις τους για την ενίσχυση των αδυνάτων. Εμφατικά είχε σημειώσει ότι στόχος δεν είναι η θρησκευτική ανοχή μα η αρμονική συνύπαρξη.
Σημειώνεται ότι στάθηκε στο πλευρό των νέων και των φοιτητών. Το Φεβρουάριο του 1973 είχε μεταβεί στην κατειλημμένη από φοιτητές που διαμαρτύρονταν εναντίον της Χούντας Νομική μεταφέροντας τρόφιμα και για να εμψυχώσει τους έγκλειστους. Δεν δίστασε αργότερα, να διαμαρτυρηθεί στην ΕΣΑ για τις συνθήκες κράτησης.