– Γεια σας! Είμαι η «Λάουρα» της «Πειραϊκής Πατραϊκής». Σεπτέμβρη μήνα ήμουν στις μεγάλες μου δόξες. Διακοσμούσα όλα τα καταστήματα ειδών «νεοτερισμού». Ήμουν το σύμβολο μιας εποχής αλλιώτικης που κουβαλούσε άλλες αξίες. Υπήρξα το σήμα κατατεθέν του μαθητόκοσμου. Μαρτυρούσα την ιδιότητα του μαθητή. Αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας των κοριτσιών. Από το νηπιαγωγείο έως και την τελευταία τάξη του Λυκείου ήμουν το δεύτερο «πετσί» τους.
– Και τα αγόρια με φορούσαν όμως μόνο στο δημοτικό. Στο Γυμνάσιο έπρεπε να ταυτοποιούν την ιδιότητα τους με τα «γουλί» κουρεμένα κεφάλια και με το ανεκδιήγητο πηλίκιο με το «πουλί» της σοφίας (κουκουβάγια)…
Ανήκω στη γενιά της μπλε σχολικής ποδιάς. Υποχρεωτική όχι μόνο στο σχολείο αλλά και στις εξόδους. Έπρεπε να ξεχωρίζουμε από τις «εξωσχολικές». Όπως η στρατιωτική ενδυμασία ήταν υποχρεωτική στους φαντάρους που αν τους τσάκωναν να μην τη φοράνε εκτός στρατοπέδου έπεφτε «καμπάνα». Το ίδιο συνέβαινε και σε μας. Καραδοκούσε αποβολή. Δεν τη γλύτωνες… Σε μας στην επαρχία τα πράγματα ήταν χειρότερα. Μικρή η πόλη, όλο και κάποιον θα συναντούσες. Έπρεπε να τις φοράμε ακόμα και Κυριακές και τις αργίες ή, εναλλακτικά, έστω τη στολή παρελάσεως.. Δεν επιτρεπόταν μαθήτρια να βγαίνει έξω με εξωσχολική αμφίεση. Και φυσικά τα απαραίτητα «αξεσουάρ». Το σήμα και η άσπρη κορδέλα. Η αλήθεια είναι πως η ποδιά δε με καταπίεζε, αλλά εκείνη την κορδέλα την ένιωθα να με σφίγγει σαν μέγγενη το κεφάλι.
Κάποια φορά με τσάκωσε μια φιλόλογος- κατηχήτρια. Όχι δε μου απήγγειλε κάποιος άρρεν ποίημα του Σααδή σαν την Πετροβασίλη της γνωστής κωμωδίας του Σακελάριου «Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ»… Απλά πήγαινα φροντιστήριο με τζιν… Αναφορά την άλλη μέρα στη λυκειάρχη… Άλλη Μέρκελ κι αυτή. Με έστησε στον τοίχο και μου ψαλλε τα εξ’ αμάξης. Κάλεσαν κηδεμόνα, ήρθε η μανούλα μου και με ικεσίες και παρακάλια τελικά τη σκαπούλαρα.
Άσε πια με το μήκος. Αυτή η «λύκαινα», έτσι την αποκαλούσαμε, μας φώναζε μια-μια στο γραφείο, στηνόμασταν στη σειρά και μας μέτραγε με τη μεζούρα πόσα εκατοστά ήταν κάτω από το γόνα…
Αν ξεφεύγαμε έπρεπε να τακτοποιήσουμε το μήκος ειδάλλως καραδοκούσε «καμπάνα». Με την απειλή της αποβολής τις μακραίναμε και όταν σχολούσαμε τις «κονταίναμε» με τη ζώνη.
Όσες δεν είχαν εφεδρική την πλένανε μόλις σχολούσαν, τη στέγνωναν στη σόμπα για να τη φορέσουν το επόμενο πρωί. Υπήρχαν διάφορα σχέδια ανάλογα με το πορτοφόλι του καθενός. Μεσάτες, με δύο πιέτες μπροστά ή μια πίσω, με τσεπούλες, κουμπιά από πάνω ως κάτω ή φερμουάρ και τον γιακά κοσμούσε το άσπρο γιακαδάκι, πάνινο ή πλεκτό με βελονάκι όμως πάντα κολλαριστό και καλοσιδερωμενο.
… Μαθητική ζωή στο μπλε του ουρανού…
Όμως ήταν η χαρά των αρρένων καθηγητών μας. Χαμηλοβλέποντες «έπαιρναν μάτι». Ειδικά τις καλλίγραμμες μαθήτριες. Πως νομίζετε ότι έπαιρνα βαθμό στη χημεία; Με το νόμο του Λαβουαζιέ; Ας είναι καλά το οφθαλμόλουτρο. Γυάλιζε το μάτι τους. Μέσα στα χαμόγελα πάντα. Όχι σαν τις στριφνές κακομούτσουνες γυναίκες εκπαιδευτικούς.
Η θρυλική μπλε ποδιά ήταν μια λύση για τους γονείς. Τους έλυνε τα χέρια για το τι θα μας φορούσαν κάθε μέρα. Με την ποδιά δεν υπήρχαν οι διακρίσεις (τις πλούσιος και τις πένης), δεν υπήρχε και η αγωνία για την εντύπωση που θα προκαλούσαμε με το ντύσιμο στους συμμαθητές μας. Δεν είχαμε άλλωστε και πολλές επιλογές…
Παρά ταύτα, η μπλε μαθητική ποδιά ήταν δεμένη με τα πιο όμορφα χρόνια της νιότης μας. Το ‘82 καταργήθηκε οριστικά και καταχωνιάστηκε στα μπαούλα. Την φυλάω ακόμα ως ενθύμιο. Σκέφτομαι να τη δωρίσω σε κανένα αρχαιολογικό μουσείο ή να τη χαρίσω στα εγγόνια μου να τη φοράνε τις απόκριες.
Οι μαθητές, αλλά και πολλοί προοδευτικοί γονείς, δέχτηκαν με χαρά την κατάργηση της. Αντιθέτως οι πιο παραδοσιακοί τη νοσταλγούν και εύχονται να επανέλθει….
Συνεχίζεται…