Διάκριση του Στάνκογλου στο Φεστιβάλ της Φλωρεντίας για το ρολό του στην ταινία «Invisible» του Δ. Αθανίτη. Ο ηθοποιός με καταγωγή από το Θούριο, το οποίο επισκέπτεται συχνά, συνεχίζει την ανοδική του πορεία.
Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας για τον Γιάννη Στάνκογλου και βραβείο «πολιτιστικής αξίας» κέρδισε η ταινία του Δημήτρη Αθανίτη «Invisible» στο Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου της Φλωρεντίας, Montelupo. Ο Εβρίτης ηθοποιός, από το Θούριο, εξελίσσεται σε ένα από τα μεγαλύτερα υποκριτικά ταλέντα της γενιάς του, σκορπίζοντας περηφάνια στους συντοπίτες του.
Πρόκειται για το δέκατο βραβείο της ταινίας και το τρίτο του πρωταγωνιστή της, Γιάννη Στάνκογλου, μετά το Μεγάλο Βραβείο στη Figuera Film Art και τα βραβεία σε μεγάλες κατηγορίες στο Φεστιβάλ London Greek Film Festival και στο Bridges IFF στο Ναύπλιο. Στο Φεστιβάλ Ναυπλίου το Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου απέσπασε ο μικρός πρωταγωνιστής της ταινίας, Χρήστος Μπενέτσης.
Η ταινία έχει ως ήρωα τον Άρη, πατέρα ενός μικρού αγοριού που απολύεται. Με τα έξοδα να τρέχουν και τον ίδιο να βρίσκεται σε απόγνωση, ο Άρης -ακολουθούμενος από τον γιο του- θα προσπαθήσει να αποδείξει στον πρώην διευθυντή του ότι δεν είναι «αόρατος».
Μιλώντας στο in.gr για τον ρόλο, ο Γιάννης Στάνκογλου είχε πει: «Είναι πολύ σημερινός ο χαρακτήρας που έγραψε ο Δημήτρης Αθανίτης. Άνθρωποι που έχουν χάσει τη δουλειά τους και δεν έχουν πει καν στην οικογένειά τους ότι έχουν σταματήσει να δουλεύουν, υπάρχουν στη διπλανή πόρτα. Είναι ένα σύγχρονο σενάριο, σημερινό, και αυτό μου άρεσε. Και το γεγονός ότι εκτυλίσσεται εκτός Αθήνας, στον Ασπρόπυργο. Μπήκα μέσα στον ρόλο και έδωσα ό,τι είχα».
Ο Δημήτρης Αθανίτης είπε στο in.gr για τον πρωταγωνιστή του: «Ο Γιάννης Στάνκογλου υπήρξε η πρώτη επιλογή μου για τον ρόλο. Με τον Γιάννη ξεκινήσαμε να μιλάμε πάνω στο σενάριο και στον χαρακτήρα που ήθελα να χτίσουμε, αρκετούς μήνες πριν τα γυρίσματα. Του ζήτησα να είναι λιτός, να αφεθεί τελείως στην κάμερα που θα τον ακολουθούσε συνέχεια και κυρίως να φύγουμε από οποιαδήποτε προηγούμενη εικόνα του. Νιώθω ευτυχής γιατί τελικά κάναμε μια δουλειά που αγγίζει την υπέρβαση».
Γιάννης Στάνκογλου: Ο ‘δικός’ μας άνθρωπος
Πήγε στη Σχολή του Κιµούλη, γνώρισε την αγαπημένη του Αλίκη σε ένα κάστινγκ, πήγε να τη βρει στη Νέα Υόρκη, γύρισαν και από τότε δουλεύει συνέχεια. Του αρέσουν κάποιες ρουτίνες. «Ο πρωινός καφές. Να διαβάζω κανένα τρίωροόσο η µικρή είναι στον παιδικό σταθµό. Να την πάρω το µεσηµέρι και να της µαγειρέψω αν είναι η σειρά µου. Να κάτσουµε να µιλήσουµε». Ήταν πολύ της γύρας, ίσως το χόρτασε. «Προτιµώ να κάτσω στο µπαλκόνι µου µε τη ρακή µου από το να βγω έξω. Αν και χίλιες φορές ένα θερινό σινεµά από DVD σπίτι». Το Πάσχα πήγανε στην Κωνσταντινούπολη και µετά ενάµιση µήνα διακοπές στο Πήλιο.
Μέχρι τα 16 κάθε καλοκαίρι πήγαινε στο χωριό του πατέρα του στον Έβρο. «Το τρένο έκανε 27-28 ώρες. Περνάγαµε ωραία όµως. Σκαρφαλώναµε µε την αδελφή µου στο τρίτο κρεβάτι πάνω, χωρίς εισιτήριο. Κοιµόµασταν κάνα δίωρο, µας έβρισκε ο ελεγκτής και πήγαινε λέγοντας. Είχε πλάκα. Το Θούριο είναι το προτελευταίο χωριό πριν από την Ορεστιάδα. Τρία χιλιόµετρα από τα σύνορα. Πήγαινα για ψάρεµα µε το ποδήλατο, µε ένα σκέτο καλάµι από καλαµιά µε δεµένη πετονιά και ψαρεύαµε στον Έβρο. Τώρα για µένα είναι το µέρος όπου είναι οι γονείς µου, η γιαγιά µου, οι αναµνήσεις. Μια επιστροφή στις ρίζες, ένα είδος διαλογισµού», έλεγε ο ίδιος σε παλιότερη συνέντευξή του στο περιοδικό Hope.
Η μοναδική φορά που είδε τον εαυτό του βαρύ ήταν την περίοδο του στρατιωτικού, στον Εβρο, έχει πει στο Βήμα. Υπεύθυνη για τα επιπρόσθετα οκτώ κιλά δεν ήταν η συνθήκη της εποχής, αλλά κυρίως η γιαγιά του! Που φρόντιζε να τον ταΐζει στο στόμα κάθε φορά που έβγαινε από το στρατόπεδο και πήγαινε στο χωριό να την επισκεφθεί. Ακόμη και σήμερα δέχεται δέματα από φίλους κτηνοτρόφους που μένουν στην περιοχή: «μοσχάρια, γουρούνια, δεν μπορώ να φάω κρέας εδώ στην Αθήνα, μου μυρίζει…».