Εκροές 5 δισ. δολαρίων από το σύστημα στήριξης του τουρκικού νομίσματος
Καθώς η στροφή στην οικονομική και νομισματική πολιτική της Τουρκίας αρχίζει να γίνεται ευρύτερα αντιληπτή, οι Τούρκοι επενδυτές εγκαταλείπουν μαζικά τους «προστατευμένους» τραπεζικούς λογαριασμούς τουρκικών λιρών και επιστρέφουν στο δολάριο. Αυξάνουν έτσι και πάλι τη ζήτηση για σκληρό νόμισμα και τις πιέσεις στην κεντρική τράπεζα, που καλείται να διασφαλίσει το αναγκαίο συνάλλαγμα. Την περασμένη εβδομάδα σημειώθηκαν εκροές περίπου 5 δισ. δολ. από τους ειδικούς αυτούς λογαριασμούς, τους οποίους είχε αναλάβει να αναπληρώνει το τουρκικό κράτος στο ποσοστό που είχαν χάσει σε αξία εξαιτίας της πτώσης της τουρκικής λίρας. Πρόκειται για μια ακόμη από τις ανορθόδοξες επινοήσεις του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που είχε στόχο να αποθαρρύνει τη δολαριοποίηση των καταθέσεων ώστε να περιορίσει τη ζήτηση για σκληρό νόμισμα.
Στους περίπου 20 μήνες που μεσολάβησαν από τα τέλη του 2021, οπότε ανακοινώθηκε, το σύστημα των προστατευόμενων καταθέσεων πέτυχε να προσελκύσει πάνω από 120 δισ. δολ. σε λογαριασμούς σε τουρκικές λίρες, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% του συνόλου των καταθέσεων. Δεν πέτυχε, ωστόσο, να ανακόψει ουσιαστικά την πτώση του τουρκικού νομίσματος, καθώς στη διάρκεια αυτών των 20 μηνών η τουρκική λίρα έχει χάσει σχεδόν το ήμισυ της αξίας της έναντι του δολαρίου. Εχει, άλλωστε, επιβαρύνει τα οικονομικά του τουρκικού κράτους, καθώς μόνο στη διάρκεια του τρέχοντος έτους υπολογίζεται πως το υπουργείο Οικονομικών δαπάνησε 20 δισ. δολ. για την αναπλήρωση όποιων κεφαλαίων χάνονταν εξαιτίας της υποτίμησης του νομίσματος, καθώς η τουρκική λίρα έχει χάσει στη διάρκεια του έτους το 31% της αξίας της έναντι του δολαρίου. Στη διάρκεια του περασμένου έτους, άλλωστε, το τουρκικό υπουργείο Οικονομικών δαπάνησε τουλάχιστον 3,4 δισ. δολ. για την αναπλήρωση των καταθέσεων σε λίρες. Και σημειωτέον ότι σύμφωνα με την S&P Global Ratings, σήμερα η δολαριοποίηση της τουρκικής οικονομίας είναι πολύ περισσότερη και βαθύτερη από όσο ήταν το 2019, μετά τη θυελλώδη νομισματική κρίση του 2018.
Σύμφωνα με την S&P, σήμερα η δολαριοποίηση της τουρκικής οικονομίας είναι πολύ περισσότερη και βαθύτερη από όσο ήταν το 2019.
Προ 10 ημερών, πάντως, τόσο η κυβέρνηση όσο και η Τράπεζα της Τουρκίας κάλεσαν για πρώτη φορά επιχειρήσεις και καταθέτες να μην προτιμούν τους προστατευόμενους τραπεζικούς λογαριασμούς. Ανακοίνωσαν μάλιστα με δημοσίευσή τους στην εφημερίδα της κυβέρνησης ότι δίνουν τέλος στην πολιτική επιβολής προστίμων σε όποιες τράπεζες δεν μετατρέπουν σε τουρκικές λίρες ένα συγκεκριμένο τμήμα των λογαριασμών τους, όπως συνέβαινε έως τώρα. Τον περασμένο μήνα, άλλωστε, η νέα επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, Χαφιζέ Γκέι Ερκάν, προανήγγειλε ότι η κεντρική τράπεζα δεν θα χρησιμοποιεί εφεξής τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα για παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος με σκοπό τη στήριξη του νομίσματος.
Οπως επισημαίνουν πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές, οι ανακοινώσεις κυβέρνησης και κεντρικής τράπεζες εντάσσονται στη γενικότερη στροφή της κυβέρνησης Ερντογάν, που εγκαταλείπει σταδιακά όσες ανορθόδοξες πολιτικές είχε εφαρμόσει σε μια προσπάθεια να ανακόψει την πτώση του νομίσματος χωρίς να καταφύγει σε αύξηση των επιτοκίων. Το νέο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης Ερντογάν, που διορίστηκε μετά την επανεκλογή του Τούρκου προέδρου τον Μάιο, επιχειρεί προσεκτικά μια στροφή σε πιο ορθόδοξη νομισματική και οικονομική πολιτική. Ζητούμενο, μεταξύ άλλων, είναι να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην οικονομία των 900 δισ. δολ., που μέσα στην τελευταία πενταετία έχει εγκαταλειφθεί μαζικά από το ξένο επενδυτικό κεφάλαιο. Η πλέον θεμελιώδης μεταστροφή στη νομισματική πολιτική είναι οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων της τουρκικής λίρας, που έχει αποφασίσει η Τράπεζα της Τουρκίας υπό την Ερκάν προκειμένου να ανακόψει τον πληθωρισμό που βρίσκεται στο 50%. Με την τελευταία αύξηση την περασμένη εβδομάδα το κόστος δανεισμού στη γειτονική χώρα ανέρχεται πλέον στο 25%.