της Γιώτας Αγαπητού
Δύο Απριλίου του 1805.
Στο νησί Φιονία της Δανίας θα ‘ρθει στον κόσμο ένας άνθρωπος με εξαιρετική φαντασία, που στο μέλλον η ύπαρξή του έμελε να συνδεθεί με τον μαγικό κόσμο των παραμυθιών. Τ’ όνομά του είναι Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Προς τιμήν του εκατόν εξήντα ένα χρόνια αργότερα το Διεθνές Συμβούλιο Βιβλίων για τη Νεότητα θα καθιερώσει την ημέρα αυτή ως πηγή έμπνευσης, αγάπης και τιμής στο παιδικό και νεανικό βιβλίο, θέλοντας έτσι να τραβήξει την προσοχή των μεγαλυτέρων. Βέβαια θα υπάρξουν και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς που και κείνοι θα δημιουργήσουν ιστορίες για παιδιά.
7 Φεβρουαρίου 1812
Στο Πόρτσμουθ του Ηνωμένου Βασιλείου θα γεννηθεί ο Κάρολος Ντίκενς. Ο συγγραφέας αυτός ήταν ο πρώτος που έκανε πρωταγωνιστή του ένα μικρό χαμίνι, τον Όλιβερ Τουίστ. Στο έργο του σκιαγραφούσε με μελανά χρώματα τις ζωές παιδιών που ανήκαν σε κατώτερες κοινωνικές τάξεις της τότε ακμάζουσας Μεγάλης Βρετανίας, τα οποία μεγάλωναν μέσα στη φτώχεια και την ανέχεια. Ένα κείμενο τόσο διαχρονικό και σύγχρονο, που μοιάζει να ξεπηδάει από τα σπλάχνα των σύγχρονων μεγαλουπόλεων της εποχής μας, καθώς και σήμερα που μιλάμε τα παιδιά δεν έχουν πάψει να είναι θύματα εκφοβισμού εξαιτίας της ανθρώπινης βίας, των πολέμων, της μετανάστευσης, αλλά και της φτώχειας.
Συνεχίζοντας το νοερό ταξίδι μας μέσα στον χρόνο θα μεταφερθούμε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας.
16 Οκτωβρίου του 1864
Είναι η μέρα όπου θα ‘ρθει στον κόσμο ένας σπουδαίος και ιδιαίτερος συγγραφέας, τόσο για την προσωπικότητα του, όσο και για τα έργα του, ο Όσκαρ Ουάιλντ. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι έγραψε μόνο τρία παραμύθια: «Ο εγωιστής γίγαντας – Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας – Το Αηδόνι και το τριαντάφυλλο». Τα κείμενα αυτά θα συνεχίσουν έως και σήμερα να είναι τόσο διδακτικά που κατορθώνουν ν’ αγγίζουν τις ψυχές μικρών και μεγάλων παιδιών.
Εντούτοις, με το πέρασμα των χρόνων θ’ αναδυθούν κι άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς που θα συμβάλουν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο στην ανάπτυξη της φαντασίας, όπου μέσα από τις ιστορίες τους οι αναγνώστες ταξιδεύουν κάθε φορά σε κόσμους ονειρικούς κι παραμυθένιους. Ο Ιούλιος Βερν, οι αδερφοί Γιάκομπ και Βίλχελμ Γκριμ και ο Σαρλ Περώ ήταν μερικοί απ’ αυτούς για τους οποίους εκτενέστερα θα σας μιλήσω κάποια άλλη στιγμή.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι σε μία γωνιά των Βαλκανίων, που της χαϊδεύει τρυφερά το χέρι σαν μικρό παιδί η Μεσόγειος, στην Ελλάδα, θα γεννηθεί ίσως η σημαντικότερη σύγχρονη δημιουργός, η οποία ασχολήθηκε διεξοδικά με το νεανικό διήγημα, η Πηνελόπη Δέλτα. Σ’ ένα από τα γνωστότερα κείμενά της, τον Τρελαντώνη, μάς μεταφέρει μέσα από τις ιστορίες του μικρού ήρωα της στον Πειραιά του 1932. Οι στιγμές καλοκαιρινής ανεμελιάς, οι σκανδαλιές, οι περιπέτειες των μικρών παιδιών, αλλά και ο κόσμος των μεγάλων, όπως τον αντιλαμβάνονται οι λιλιπούτειοι ήρωες της συγγραφέως, έχουν κατατάξει το βιβλίο αυτό αυτοδίκαια σ’ ένα κλασικό και διαχρονικό παραμύθι.
Κατά καιρούς, ακόμα και στις μέρες μας, δε λείπουν οι προσπάθειες αρκετών δημιουργών ν’ ασχοληθούν με το παιδικό βιβλίο. Ένα είδος αντικειμενικά πολύ δύσκολο, μιας κι απευθύνεται στις ευαίσθητες ψυχές των παιδιών. Γι’ αυτό τον λόγο ο συγγραφέας θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στον τρόπο με τον οποίο μέσα από τις ιστορίες του προσπαθεί κάθε φορά ν’ αγγίζει τις καρδιές τους. Έτσι, καθώς οι εποχές αλλάζουν και τα σύγχρονα παραμύθια αναγκάζονται να προσαρμοστούν στην εξέλιξη των κοινωνιών, οφείλουν να μην ξεφεύγουν από τον αρχικό τους στόχο, ο οποίος είναι να βοηθήσουν τα παιδιά ν’ αναπτύξουν τη φαντασία και τη δημιουργικότητα τους. Όμως κι αργότερα, ως ενήλικες, να μη χάσουν την παιδική τους αθωότητα, που θα τους συντροφεύει στις δύσκολες στιγμές της ζωής τους. Άλλωστε κι ο μεγάλος μας ποιητής Γιάννης Ρίτσος είχε γράψει κάποτε το ποίημα «Αν όλα τα παιδιά της γης», το οποίο ήταν μία ωδή στη δύναμη που διαθέτουν οι μικροί κάτοικοι αυτού του πλανήτη.
Στην εποχή μας πολλοί άνθρωποι ασχολούνται με το γράψιμο, μα κυρίως με την ποίηση. Ίσως γιατί θεωρούν ότι είναι πιο εύκολο να πάρουν λέξεις και μ’ αυτές να δημιουργήσουν ένα ασαφές κάδρο από εικόνες, που τις περισσότερες φορές δυστυχώς είναι αφηρημένες κι ασύνδετες, βγάζοντας απλώς μόνο ένα επιφανειακό και ομιχλώδες συναίσθημα, το οποίο στην πορεία χάνεται μαζί με τις λέξεις. Σε αντίθεση με τη μεγάλη ποίηση που δεν ξεφεύγει από τον στόχο της κι ο απόηχος της δύναμής της ξεπερνάει τον δημιουργό της. Από την άλλη, η πεζογραφία θεωρείται για πολλούς κάτι το δύσκολο κι απαιτητικό. Σε αυτή την περίπτωση ο συγγραφέας θα πρέπει να εμπνευστεί μία ιστορία και πάνω σ’ αυτή να χτίσει χαρακτήρες, κοιτάζοντας κατά κάποιο τρόπο μέσα από μία φανταστική κλειδαρότρυπα τις ζωές τους. Μα πάνω απ’ όλα να γίνει η φωνή τους.
Το ίδιο σχεδόν συμβαίνει και με τα παραμύθια. Μόνο που εκεί ο δημιουργός είναι αναγκασμένος να στοχεύσει σε ποιο ηλικιακό κοινό θέλει ν’ απευθυνθεί. Άλλωστε όλα τα παραμύθια δεν απευθύνονται σε όλα τα παιδιά. Για τα βρέφη οι ιστορίες πρέπει να είναι μικρές, απλές και ίσως κάποιες φορές έμμετρες, με ρυθμό, αλλά και να πλαισιώνονται από μεγάλες πολύχρωμες εικόνες για ν’ αποτυπώνονται εύκολα στο υποσυνείδητό τους. Καθώς το μωρό γίνεται σιγά σιγά νήπιο στις ιστορίες προστίθεται και λίγη δράση, που θα προάγει και μία πρώιμη ενσυναίσθηση. Αφού κι ο ψυχισμός σ’ αυτή την ηλικία είναι πιο δεκτικός, ώστε να μπορέσει ο συγγραφέας μέσα από μικρές ιστορίες να περάσει στο υποσυνείδητο τους θέματα που σχετίζονται με τη φιλία, την αλληλεγγύη και την αγάπη. Όμως κι εδώ οι εικόνες συνεχίζουν να παίζουν σημαντικό ρόλο. Οι ήρωες είναι κατά κύριο λόγο χαριτωμένα ζωάκια με ανθρώπινες ιδιότητες, που μένουν σε πόλεις και χωριά.
Τα χρόνια περνούν και τα παιδιά μεγαλώνουν. Έχουν φτάσει πια στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού. Σ’ ένα δυο χρόνια θα περάσουν το κατώφλι του γυμνασίου και μαζί μ’ αυτό θα μπουν σε μία σημαντική περίοδο στη ζωή του ανθρώπου, την εφηβεία. Τα παραμύθια έχουν δώσει ήδη τη θέση τους σε νεανικά διηγήματα και μυθιστορήματα και οι ιστορίες τους δεν είναι πάντα τόσο χαριτωμένες, καθώς μιλάνε ακόμα και για την απώλεια. Οι ήρωές τους είναι παιδιά, αλλά κι ενήλικες, που βιώνουν καταστάσεις και περιπέτειες οι οποίες φέρνουν στον αναγνώστη γέλιο, δάκρυα, θυμό, αλλά και πόνο, κάνοντάς τον κάθε φορά να μπαίνει στη θέση του πρωταγωνιστή.
Πέρα όμως απ’ όλα αυτά, απαραίτητη προϋπόθεση για όλες τις φόρμες και μορφές δημιουργίας είναι η ίδια η συγγραφή. Όπως σχεδόν όλες οι τέχνες, έτσι και το γράψιμο, αποτελεί μία καθαρά μοναχική υπόθεση, καθώς για να μιλήσει κανείς για τον κόσμο οφείλει ν’ απομονωθεί απ’ αυτόν. Ο δημιουργός, είτε το θέλει είτε όχι, αναγκάζεται να ‘ρθει αντιμέτωπος με τα βαθύτερα προσωπικά βιώματα, συναισθήματα και πιστεύω του, τα οποία καταφέρνει να μεταφέρει επάνω στο χαρτί. Ως ένα σημείο βέβαια. Γιατί αν είναι τυχερός οι ήρωές του θ’ ανεξαρτητοποιηθούν και θα τον οδηγήσουν εκείνοι στην εξέλιξη της ιστορίας τους. Αυτό ίσως είναι και το πιο ενδιαφέρον στη συγγραφή ενός βιβλίου. Η μαγική εκείνη διαδρομή που ξεκινάει με τον σχηματισμό της πρώτης λέξης κι ολοκληρώνεται αν όλα πάνε καλά με μία τελεία. Μ’ ένα μίτο που καταφέρνει να σύρει πίσω του τον Μινώταυρο, ο οποίος εξερχόμενος από τον λαβύρινθο σηματοδοτεί και το τέλος ενός ακόμα μαγικού κι απρόσμενου ταξιδιού, το οποίο έχει για συνοδοιπόρους χαρακτήρες που είναι αποκυήματα της φαντασίας, αλλά παρ’ όλα αυτά κατά κάποιο περίεργο τρόπο είναι αυτόνομοι κι αληθινοί.


