efhmerida1

Πρόσωπα χαραγμένα μέσα στον χρόνο

της Γιώτας Αγαπητού

Βλέμμα κρυμμένο πίσω από ένα ζευγάρι τετράγωνα μαύρα γυαλιά. Μια φιγούρα μεγαλόσωμη, όπου τ’ άσπρα της μαλλιά δίνουν την εντύπωση ενός χιονοσκέπαστου βουνού. Ο κυρ Ανέστης ακουμπισμένος μπροστά από το παράθυρο μοιάζει να παρατηρεί το τοπίο. Ωστόσο τα μάτια του, τα οποία είναι καλυμμένα από ένα λευκό πέπλο ομίχλης, δεν μπορούν ν’ αντικρίσουν τον κόσμο. Έτσι εκείνος συνήθισε με τα χρόνια να τον ψηλαφίζει με τα μάτια της ψυχής, που είναι πιο αληθινά και καταφέρνουν να τον αντιλαμβάνονται χωρίς ψευδαισθήσεις.

Καθισμένος σε μία καρέκλα ταξιδεύει στο παρελθόν. Ήταν δεκαέξι   χρονών αμούστακο παλικάρι όταν ανακοίνωσε στους γονείς του, έτσι απλά, ότι θα καταταχτεί στον στρατό, παίρνοντας μέρος στη γεμάτη υποσχέσεις Μικρασιατική Εκστρατεία. Υποστηρικτής του Ελευθέριου Βενιζέλου καθώς ήταν, πίστευε κι αυτός σε μία μεγάλη και εξευρωπαϊσμένη Ελλάδα. Ύστερα  από πολύ καιρό κι έχοντας γυρίσει πίσω προδομένος και κουρασμένος από τα μετέπειτα γεγονότα, ένοιωθε μέσα του πιο σοφός, αλλά και πιο μόνος. Ακόμα δεν μπορεί να ξεχάσει την εικόνα της Σμύρνης να φλέγεται. Τώρα που όλα αυτά έχουν γίνει μια φευγαλέα θύμηση σε μία γωνιά του μυαλού του, όταν τα διηγείται στα εγγόνια του απαγορεύει στον εαυτό του να γευτεί την πικράδα των αναμνήσεων.

Τις μόνες στιγμές για τις οποίες μπορεί να μιλήσει πραγματικά και να βυθιστεί σε αυτές με όλο το είναι του, είναι οι ώρες που περνάει στο μικρό ξύλινο περίπτερο του φίλου και συγγενή του τώρα πια μπάρμπα Στέργιου. Στο χώρο αυτό ξετυλίγει τις δύσκολες εμπειρίες που βίωσε στη  ζωή του πριν ακόμα απ’ τον πόλεμο. Μία ζωή που δεν έπαψε ποτέ να είναι γεμάτη στερήσεις, καθώς προέρχονταν από φτωχική οικογένεια.

Ο κυρ Ανέστης παντρεύτηκε αμέσως μετά την επιστροφή του από τον χαλασμό της Μικράς Ασίας με προξενιό μια νεαρή κοπέλα από τον τόπο του. Ήταν ένας γάμος συμβατικός, που δεν είχε ως θεμέλια του την αγάπη και τον έρωτα, αλλά τα πρέπει και τα θέλω της κοινωνίας. Ωστόσο η φτώχεια συνέχιζε να τον ακολουθεί σε κάθε του βήμα σαν πιστή σύντροφος. Το γεγονός όμως που καθόρισε τη ζωή του  ήταν ένα ιατρικό λάθος, εξαιτίας του οποίου έχασε το φως του για πάντα. Έτσι, λοιπόν, σχεδόν κάθε απόγευμα, με τη βοήθεια ενός μπαστουνιού και το χέρι της μικρότερης εγγονής του, της Πηνελόπης, να τον κρατάει σφιχτά, επισκέπτεται τον καλόκαρδο φίλο του, τον περιπτερά.

Ο μπάρμπα Στέργιος προέρχεται και κείνος από μία φτωχική οικογένεια της περιοχής. Σε ηλικία είκοσι επτά χρόνων, πήρε μέρος στον  Ελληνοιταλικό πόλεμο, αγωνιζόμενος για τη λευτεριά στα σκληροτράχηλα βουνά της Ηπείρου. Ως παράσημο έλαβε τα κομμένα από τα κρυοπαγήματα δάχτυλά των ποδιών του. Έτσι, για να επιβιώσει  αυτός και η οικογένειά του, το κράτος του έδωσε, όπως και σε άλλους ήρωες, μία άδεια περιπτέρου, αλλά και την ψευδαίσθηση να πιστεύουν ότι όσα προσέφεραν στην πατρίδα δεν πήγαν χαμένα. Τώρα πια, σχεδόν στη δύση της ζωής του, νοιώθει έντονα πληγωμένος που τα δυο του παιδιά αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε ξένους τόπους για μια καλύτερη ζωή και να τους ονομάσουν πατρίδα. Ενώ η μικρότερη κόρη του, έχοντας παντρευτεί τον μεγαλύτερο γιο από τα τέσσερα αγόρια του κυρ Ανέστη, παλεύουν με τον άντρα της να χτίσουν ένα καλύτερο μέλλον από εκείνο των γονιών τους στον τόπο όπου γεννήθηκαν.

Αυτή είναι η ιστορία δύο κουρασμένων ηλικιωμένων αντρών, που τους συνδέει μία μεγάλη και δυνατή φιλία. Πολύ περισσότερο όμως τους ενώνει η αγάπη που αισθάνονται για τη μικρή τους εγγονή, η οποία διακόπτει συχνά τις συζητήσεις τους με τα παιδικά της καπρίτσια. Σαν εκείνα της μικρής Ερατώς και του αδερφού της, του Αίολου, που ζάλιζαν με τις φωνές τους τη γιαγιά τους, την κυρά Μαριγώ. Μία γυναίκα της υπαίθρου, που σε νεαρή ηλικία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το τόπο όπου γεννήθηκε, όταν οι δικοί της τη δώσανε με προξενιό σ’ έναν άντρα αλκοολικό και αρκετά μεγαλύτερο. Ο Χρήστος ζούσε σ’ ένα μακρινό χωριό, και δυστυχώς πάντα όταν έπινε τη συμπεριφέρονταν βίαια. Όταν πέθανε, η Μαριγώ δεν έριξε ούτε ένα δάκρυ, αφού και τα δάκρια είχαν στερέψει από τα δύσκολα χρόνια που πέρασε μαζί του. Μόνη της έγνοια κι αγάπη ήτανε η φροντίδα των παιδιών της, και μετέπειτα των εγγονιών της. Ακόμα αντηχεί στα αυτιά της Ερατούς ο ήχος από τα μακριά μαύρα φουστάνια της γιαγιάς της, που ανέμιζαν, καθώς εκείνη σκούπιζε την αυλή. Θυμάται επίσης πάντα με νοσταλγία τη μαντίλα που   γλιστρούσε στους ώμους της, αφήνοντας ν’ αποκαλυφτούν τα γκρίζα της μαλλιά, τα οποία ήταν πλεγμένα σε μια περίτεχνη πλεξούδα τυλιγμένη γύρω από το κεφάλι της, μοιάζοντας περισσότερο με φωτοστέφανο αγίου που έχει βασανιστεί και πονέσει πολύ. Γιατί η γυναίκα αυτή παρόλο που υπέφερε και λύγισε όπως τα κλαδιά των δέντρων που τα φυσάει με λύσσα ο άνεμος για να δοκιμάσει τις αντοχές τους, δεν έσπασε. Ακόμα και τότε που έχασε τη μονάκριβη κόρη της, επιλέγοντας να έγινε το στήριγμα των δύο εγγονιών της.

Αυτές είναι οι ζωές απλών ανθρώπων, τόσο σπουδαίων και  μεγάλων, λόγω των ψυχικών αποθεμάτων τους, που καταφέρνουν ν’ αναδεικνύονται μέσα από την απλοϊκότητα και φυσικότητά τους. Άνθρωποι της διπλανής πόρτας, παγκόσμιοι και πανανθρώπινοι, όπου ο καθένας τους θα μπορούσε να είναι ο παππούς και η γιαγιά όλου του κόσμου.

 

0 Σχόλιο

Αφήστε ένα σχόλιο

Δικαιούχος ονόματος τομέα (domain name)
Ε. ΛΑΣΚΑΡΑΚΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΝΩΜΗ
ΑΦΜ: 082164919
ΔΟΥ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ

Ιδιοκτήτης: Λασκαράκης Εμμανουήλ
Νόμιμος εκπρόσωπος: Λασκαράκης Εμμανουήλ
Διευθυντής: Λασκαράκης Εμμανουήλ
Διευθυντής σύνταξης: Γιώργος Πανταζίδης
Διαχειριστής: Λασκαράκης Εμμανουήλ

Αρ. Μ.Η.Τ.: 232167

LOGO MHT RGB

              Μέλος του

media
Η ΓΝΩΜΗ - Καθημερινή Εφημερίδα της Θράκης

Τέρμα Αγίου Δημητρίου, Αλεξανδρούπολη

Τηλ 25510 24222, 29888

Fax : 25510 80606

email :  gnomi@gnomionline.gr