Του Δημήτρη Μακροδημόπουλου
Ανησύχησε την κοινή γνώμη ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας Ρόμπερτ Φίτσο, όταν την παραμονή της Διάσκεψης για τη Στήριξη της Ουκρανίας που συγκάλεσε ο πρόεδρος Μακρόν στις 26 Φεβρουαρίου στο Παρίσι, δήλωσε ότι πολλές χώρες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ εξετάζουν το ενδεχόμενο να στείλουν στρατιώτες στην Ουκρανία με συμφωνίες σε διμερή βάση. Όμως την επομένη στο Παρίσι ο πρόεδρος Μακρόν ήταν σαφής: “Τίποτα δεν πρέπει αν αποκλειστεί, είπε. Θα κάνουμε ό,τι απαιτείται ώστε η Ρωσία να μην μπορέσει να κερδίσει τον πόλεμο αυτό”.
Τόνισε ότι “δεν υπάρχει συναίνεση σήμερα για την αποστολή επισήμως, χερσαίων δυνάμεων” διευκρινίζοντας πως “δεν είπα ότι η Γαλλία δεν τάσσεται υπέρ”. Είπε όμως και μια αλήθεια που τη βιώνουμε από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία: «Πολύς κόσμος που σήμερα λέει “ποτέ”, είναι ο ίδιος που έλεγε “ποτέ άρματα μάχης, ποτέ αεροσκάφη, ποτέ πύραυλοι μακράς εμβέλειας” πριν δύο χρόνια». Για να προσθέσει: «Ας έχουμε την ταπεινότητα να διαπιστώσουμε πως συχνά δρούμε με έξη έως δώδεκα μήνες καθυστέρηση. Αυτός ήταν ο σκοπός της αποψινής συζήτησης: όλα είναι δυνατά αν χρησιμεύουν για να επιτύχουμε τον στόχο μας».
Βέβαια ο πρόεδρος Μακρόν, όπως και η πρώην καγκελάριος Μέρκελ έχουν τεράστια ευθύνη για τη σύγκρουση στην Ουκρανία. Διότι Γαλλία (αρχικά ο πρόεδρος Ολάντ) και Γερμανία συμμετείχαν από το 2014 στο “Σχήμα της Νορμανδίας” (Γερμανία, Γαλλία, Ρωσία, Ουκρανία) ως εγγυήτριες δυνάμεις στις διαπραγματεύσεις για τις συμφωνίες Μινσκ 1 και Μινσκ 2, που είχαν εγκριθεί με ψήφισμα από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και προέβλεπαν: Την ειρήνευση μεταξύ των αντιμαχομένων, του Κιέβου αφενός και των ρωσόφωνων αυτονομιστών του Ντονμπάς αφετέρου, και τον τρόπο συνύπαρξης τους: Με τη χορήγηση μερικής αυτονομίας στους ρωσόφωνους και σεβασμό στην εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Σε τί περισσότερο προσδοκά ο πρόεδρος Ζελένσκι από τον πόλεμο ακόμη κι αν αναδειχθεί νικήτρια η Ουκρανία;
Ποιές όμως σκοπιμότητες υπηρετούσαν Μακρόν και Μέρκελ; Στις 8 Ιουνίου 2022 η Άγκελα Μέρκελ στη συνέντευξη – απολογία της στο κατάμεστο Μπερλίνερ Ανσάμπλ του Βερολίνου ήταν αποκαλυπτική: Στις κατηγορίες ότι η δική της πολιτική έστρωσε το δρόμο για τις σημερινές εξελίξεις στην Ουκρανία, ισχυρίστηκε ότι ο πόλεμος θα είχε ξεσπάσει ήδη από το 2008, αν η ίδια δεν είχε μπλοκάρει την ενταξιακή πορεία της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ενώ “ποιός ξέρει, πρόσθεσε, πώς θα είχαν εξελιχθεί τα πράγματα το 2014” αν δεν είχε σπεύσει, από κοινού με τον Γάλλο ομόλογό της, να διαπραγματευθεί τις συμφωνίες του Μινσκ, που πάγωσαν τη διαμάχη στο Ντονμπάς. Για να καταλήξει: “Η Ουκρανία αξιοποίησε αυτά τα επτά χρόνια για να ετοιμαστεί”. (Καθημερινή 9/6/2022). Αυτή η ομολογία της εξηγεί την παρελκυστική της στάση επί χρόνια, όπως και των Γάλλων προέδρων (Ολάντ, Μακρόν), στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων, όχι για να υλοποιηθούν οι συμφωνίες και να παγιωθεί η ειρήνη αλλά για να μπορέσει η Ουκρανία να “ετοιμαστεί”.. Μήπως τελικά η εμπλοκή Γερμανίας και Γαλλίας στις συνομιλίες προεξοφλούσε το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων;
Ο πρωθυπουργός της χώρας μας, που συμμετείχε στη διάσκεψη στο Παρίσι, έσπευσε αμέσως να αποσαφηνίσει ότι για την Ελλάδα δεν υφίσταται θέμα αποστολής δυνάμεων στην Ουκρανία αν και αυτό θα εξαρτηθεί από τις αποφάσεις των υποβολέων χώρας (ΗΠΑ, Ε.Ε.). Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η χώρα έχει αποστείλει κατά το παρελθόν στρατιώτες στην Ουκρανία. Το 1919, όταν συστρατεύθηκε με τις δυτικές δυνάμεις εναντίον της κυβέρνησης των μπολσεβίκων, προκειμένου να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης από τους ισχυρούς στα πλαίσια της Συνθήκης των Σεβρών, όπως και συνέβη, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στην Μικρασιατική καταστροφή.
Αυτό συμβαίνει κάθε φορά που μια αδύναμη χώρα θεωρεί ότι τα εθνικά της συμφέροντα συμπλέουν με τα συμφέροντα ισχυρών στην περιοχή και πιστεύουν ότι εναρμονίζοντας την εξωτερική τους πολιτική με τις σκοπιμότητές των ισχυρών θα εκπληρωθούν και οι στόχοι της. Όμως τα συμφέροντα των ισχυρών δυνάμεων υπερβαίνουν γεωπολιτικά τα συμφέροντα των αδύναμων χωρών, δεν εγκλωβίζονται σε αυτά, οπότε όταν εμπλακείς στις διευρυμένες επιδιώξεις τους η συνέχεια μπορεί να είναι καταστροφική, και συνήθως είναι.
Οποιεσδήποτε όμως διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού δεν μπορούν να αφορούν την Αλεξανδρούπολη αφού το λιμάνι της εκφεύγει της κυριαρχίας της χώρας μας. Διότι σύμφωνα με το Νόμο 4660/2020 (ΦΕΚ 23Α) για την αμυντική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, “…χορηγείται στην Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών καθεστώς προτεραιότητας (ανεμπόδιστη πρόσβαση και χρήση) του λιμένα Αλεξανδρούπολης…”. Δηλαδή καθεστώς προτεραιότητας έχουν οι πολεμικές σκοπιμότητες των ΗΠΑ. Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης έχει χαρακτηριστεί ως “Σούδα του Βορρά” διότι αποτελεί το εφαλτήριο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για την προώθηση δυνάμεων προς Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουκρανία.
Στην περίπτωση κλιμάκωσης της σύρραξης στην Ουκρανία με την αποστολή χερσαίων δυνάμεων δεν θα αποτελέσει κύριο στόχο; Δεν έγινε αντιληπτό ότι οι έπαινοι των Αμερικανών για την Αλεξανδρούπολη ως “Σούδας του Βορρά” και οι κομπασμοί ημεδαπών που επιχαίρουν για την εκχώρηση της Αλεξανδρούπολης στα σχέδια των ΗΠΑ, αναδεικνύουν την αξία της ως κύριου (πιθανόν πυρηνικού) στόχου της Ρωσίας;
Δημήτρης
Θα πρέπει το ταχύτερο δυνατόν να φύγει ο Μητσοτάκης από πρωθυπουργός και να έρθει μια πατριωτική κυβέρνηση και να τα αλλάξει όλα αυτά. Με αυτόν κινδυνεύει όλη η χώρα.