του Μάνου Λασκαράκη
Τα μεγάλα κεντρώα κόμματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, είναι τέκνα της πολιτικής συμβιβασμού που υιοθετήθηκε μεταπολεμικά, τόσο από την Κεντροδεξιά όσο και από τους Σοσιαλδημοκράτες, με αμφότερους να αποδέχονται μια οικονομία της αγοράς που συμβαδίζει με ένα Κράτος Πρόνοιας κάτω από το όραμα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης. Οι διαφορές τους περιορίζονται στην προσέγγιση περί κρατικού παρεμβατισμού και σε θέματα όπως η παιδεία, η θρησκεία και το μεταναστευτικό.
Τι συμβαίνει όμως με τα «παραδοσιακά» δεξιά και αριστερά κόμματα; Οι συμβιβασμοί τους έρχονται σε δεύτερη μοίρα στο όνομα της «Ιδεολογικής Καθαρότητας». Και όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση από το Κέντρο, τόσο το αίτημα για καθαρότητα γίνεται πιο ισχυρό. Είτε αυτό μεταφράζεται ως «εθνική καθαρότητα» είτε ως «αντικαπιταλιστική καθαρότητα».
Για να εκλεγεί το 2015 η Αριστερά στην εξουσία, εκτός από τους παραδοσιακούς αριστερούς ψηφοφόρους, άντλησε πολλαπλάσιους από την δεξαμενή του κέντρου. Η «Ελπίδα» δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο, και οδήγησε στην κάλπη εκατομμύρια απογοητευμένους πολίτες έχοντας αφήσει στο συρτάρι την πολιτική τους ταυτότητα.
Η πρώτη σύγκρουση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με την αντίξοα οικονομική πραγματικότητα που επικρατούσε, έφερε τον πρώτο μεγάλο συμβιβασμό και την πρώτη διάσπαση. Υπό την ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα και την πίεση των ευρωπαίων αξιωματούχων, ως κυβέρνηση αποδέχτηκε την «πολιτική του κέντρου». Όχι όμως στο σύνολό της!
Στελέχη και υπουργοί που ήταν στην πρώτη γραμμή στο δρόμο προς την εξουσία, την εγκατέλειψαν και προτίμησαν την ιδεολογική καθαρότητα. Ο συμβιβασμός ανέδειξε μια αντίφαση: Η κοινοβουλευτική σύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ιδεολογικά αντίστοιχη με τις νέες προγραμματικές δεσμεύσεις ούτε με την εκλογική της βάση. Βαρουφάκης, Λαφαζάνης και Κωνσταντοπούλου πήραν τον δικό τους (αριστερό) δρόμο, με τον Τσίπρα να ανανεώνει την λαϊκή εντολή και τους αποχωρήσατες να μένουν εκτός βουλής. Ο Τσίπρας είχε κερδίσει στο παιχνίδι της κεντροαριστεράς!
Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ από την Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη και η παραίτηση Τσίπρα, ανέδειξε ένα «υπαρξιακό κενό». Τι θα είναι τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ; Αριστερά ή Κεντροαριστερά; Και με ποιον μπροστάρη; Η εκλογική του βάση έγειρε προς Κεντροαριστερά. Επέλεξε Στέφανο Κασσελάκη, που δεν είναι τέκνο της παραδοσιακής Αριστεράς, ούτε ο λόγος του φέρει όλα τα χαρακτηριστικά της. Η επιλογή όμως της βάσης του κόμματος δημιούργησε ένα σοβαρό πρόβλημα στα στελέχη του: Καμία «ανωτέρα βία» δεν τους επέβαλε τώρα να το «παίζουν» κεντρώοι ούτε ο Τσίπρας ήταν παρόν για τους συσπειρώσει κάτω από ένα νέο αφήγημα. Η νέα διάσπαση ήταν αναπόφευκτη. Τσακαλώτος, Αχστιόγλου και Χαρίτσης, μεταξύ άλλων, επέλεξαν την έξοδο, απέναντι σε ένα «θολό» και «καπιταλιστή» Κασσελάκη. Το Σύνδρομο της Ιδεολογικής Καθαρότητας ξαναχτύπησε.
Το πρόβλημα όμως δεν λύθηκε. Διότι από τους εναπομείναντες στον ΣΥΡΙΖΑ πολλοί εξακολουθούσαν να νιώθουν «ιδεολογικά άβολα». Και επειδή ήταν αδύνατο να διασπώνται αιωνίως, η λύση ήταν πιο απλή: να απαλλαγούνε από την… «ιδεολογική μόλυνση». Η απομάκρυνση Κασσελάκη από την ηγεσία (μέσα από μια αμφιλεγόμενη διαδικασία) ήταν γι’ αυτούς μια απόπειρα «κάθαρσης».
Και τι συμβαίνει μετά; Ο Κασσελάκης είναι αυτός που αρχίζει πλέον να νιώθει ιδεολογικά (και όχι μόνο) άβολα. Και με το δίκιο του. Αποχωρεί λοιπόν από τον ΣΥΡΙΖΑ και ανακοινώνει την ίδρυση νέου πολιτικού φορέα.
Με επιφύλαξη προβλέπω ότι αυτή θα είναι η τελευταία διάσπαση αυτού του κύκλου. Η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ απομάκρυνε το «ξένο σώμα» με σκοπό να συντονίσει την ιδεολογική του πυξίδα. Δεν ξέρω ποια μπορεί να είναι η τύχη του κόμματος Κασσελάκη και αν υπάρχει «χώρος» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Κόμματα που ιδρύθηκαν από διασπάσεις, είχαν καλύτερη τύχη τοποθετούμενα προς στα άκρα παρά στο κέντρο. Παρόλα αυτά είναι δύσκολο να γίνουν προβλέψεις.
Μετά από μια εποχή διασπάσεων συνήθως ακολουθούν συνενώσεις. Και αν η Αριστερά ανασυνταχθεί μέσα από τα κομμάτια της θα είναι στο πλαίσιο μια πιο «παραδοσιακής Αριστεράς» χωρίς μεγάλα ανοίγματα και διλλήματα εξουσίας. Η δεξαμενή όμως της εκλογικής βάσης, μάλλον οδεύει προς το κέντρο. Αρχίζει να ξαναβρίσκει την πολιτική της ταυτότητα. Και οι περισσότερες ταυτότητες που είχαν ξεμείνει στα συρτάρια ανήκουν στο ΠΑΣΟΚ.