- Επικαιροποίηση του σχεδιασμού με σύγχρονα συστήματα και βελτιωμένα λειτουργικά χαρακτηριστικά για την αναβάθμιση του σιδηροδρομικού άξονα
- Προβλέπονται αυστηρά μέτρα και ειδική πρόνοια για τη βιοποικιλότητα και τις πλημμυρικές ζώνες
Μία ακόμη σειρά τροποποιήσεων στους περιβαλλοντικούς όρους του έργου: «Παραλλαγές της χάραξης της Σ.Γ. Θεσσαλονίκης – Αλεξανδρούπολης στο τμήμα Μέστη – Αλεξανδρούπολη» περιλαμβάνονται σε νέα απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Η γραμμή Θεσσαλονίκης – Αλεξανδρούπολης μελετήθηκε και κατασκευάστηκε πριν από περίπου έναν αιώνα και τόσο ο γεωμετρικός της σχεδιασμός, όσο και η κατάστασή της, δεν επιτρέπει ταχύτητα μεγαλύτερη από 100-120 χλμ/ώρα, επιβάλλει δε σημαντικές βραδυπορίες σε αρκετά σημεία. Το τμήμα της γραμμής που παρουσιάζει τα σημαντικότερα προβλήματα και χρήζει άμεσης αντιμετώπισης είναι αυτό μεταξύ Μέστης – Αλεξανδρούπολης, το οποίο βρίσκεται υπό μελέτη, έχοντας «υποστεί» άπειρες τροποποιήσεις και παρατάσεις, εδώ και περίπου 20 χρόνια. Η νέα, τροποποιημένη απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων του έργου, έλαβε παράταση για τα επόμενα… 15 χρόνια.
Στη νέα απόφαση του ΥΠΕΝ, μετά από γνωμοδοτήσεις φορέων και αλλαγές στη νομοθεσία, ενσωματώθηκαν διαφοροποιήσεις του περιβαλλοντικά εγκεκριμένου σχεδιασμού που προέκυψαν κατά τον οριστικό σχεδιασμό του έργου, ενώ έγινε και προσαρμογή/συμμόρφωση του περιεχομένου της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων στο νεότερο κανονιστικό πλαίσιο, καθώς και παράταση της διάρκειας ισχύος της.
Η υλοποίηση του έργου, με τη βελτίωση των λειτουργικών χαρακτηριστικών της γραμμής (ταχύτητα, χωρητικότητα της γραμμής), της ποιότητας της υποδομής με όρους ασφαλείας (safety και security) και της αποτελεσματικότητας (εγκατάσταση συστημάτων ηλεκτροκίνησης, τηλεπικοινωνιών και σηματοδότησης ERTMS) θα εξυπηρετήσει τις ανωτέρω απαιτήσεις, θα βελτιώσει την προσπελασιμότητα της περιοχής και θα ενισχύσει την εμπορευματική ανταγωνιστικότητα του δικτύου, όπως και το ρόλο της χώρας, ως κόμβο για τις εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσογείου.
Ο γενικός σχεδιασμός της μελέτης του σιδηροδρομικού έργου στο τμήμα ‘‘Μέστη – Αλεξανδρούπολη’’ έχει ως αρχή τον επανασχεδιασμό της υφιστάμενης μονής σιδηροδρομικής γραμμής σε νέα χάραξη (τοπικές παραλλαγές όδευσης), με βελτιωμένα χαρακτηριστικά και προδιαγραφές (ταχύτητα κίνησης, ευρείες ακτίνες καμπυλότητας, χαμηλές υψομετρικές κλίσεις κ.α.), ενώ ο συγκοινωνιακός σχεδιασμός του έργου με το τεχνικό αντικείμενο του και τα όρια/ζώνη απαλλοτρίωσης), περιλαμβάνει τις απαραίτητες εργασίες και έργα για:
(α) την παραλλαγή της χάραξης σε μήκος 35km. περίπου, με τα χαρακτηριστικά και τις προδιαγραφές διαλειτουργικότητας (π.χ. διασύνδεση – συμβατότητα δικτύου, εγκατάσταση συστημάτων σύγχρονης σηματοδότησης και τηλε-διοίκησης, εφαρμογή ασύρματης φωνητικής επικοινωνίας κ.α.),
(β) τη σύνδεση της ΒΙ.ΠΕ. Αλεξανδρούπολης με το σιδηροδρομικό δίκτυο,
(γ) τη λειτουργία/εκμετάλλευση και συντήρηση του προς εξασφάλιση όσο το δυνατόν ασφαλέστερων κυκλοφοριακών συνθηκών.
Περιβαλλοντικά στοιχεία
Όπως αναφέρεται στην τροποποιημένη απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, η επηρεαζόμενη δασική έκταση είναι η ελάχιστη δυνατή, ώστε να μην υπερβαίνονται τα μέγιστα ανεκτά όρια αλλοιώσεως του δασικού περιβάλλοντος, ως συνέπεια της επέμβασης.
Κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης του έργου χορηγήθηκαν οι απαιτούμενες γνωμοδοτήσεις των δασικών υπηρεσιών, βάσει των οποίων τεκμαίρεται ότι εξετάστηκε η συμβατότητα του έργου με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, η μη ύπαρξη άλλων διαθεσίμων δημοσίων εκτάσεων (που δεν υπάγονται στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας) και τέθηκαν οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις.
Tο σιδηροδρομικό έργο διέρχεται σε μήκος 12Km περίπου εντός της Ζώνης Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ): «Νότιο δασικό σύμπλεγμα Έβρου» η οποία χαρακτηρίζεται ως περιοχή προστασίας της βιοποικιλότητας δεδομένου ότι, η βιοποικιλότητα, η φύση και το τοπίο προστατεύονται και διατηρούνται, ώστε να διασφαλίζονται οι φυσικές διεργασίες, η αποδοτικότητα των φυσικών πόρων, η ισορροπία και η εξέλιξη των οικοσυστημάτων, καθώς και η ποικιλομορφία, η ιδιαιτερότητα ή η μοναδικότητα των συνιστωσών τους (σημαντικά είδη της αυτοφυούς χλωρίδας, άγρια είδη πανίδας και ορνιθοπανίδας κ.α), Για τη δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων του σιδηροδρομικού έργου στην προαναφερόμενη περιοχή εκπονήθηκε Μελέτη Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης, από τα συμπεράσματα της οποίας βεβαιώνεται ότι, η πραγματοποίηση του έργου (κατασκευή – λειτουργία) κατ’ αρχήν δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα των συγκεκριμένων περιοχών (ως προς τις οικολογικές λειτουργίες), ούτε θα επηρεάσει την αντιπροσωπευτικότητα και το βαθμό διατήρησης της δομής και των ειδών χαρακτηρισμού τους. Ωστόσο απαιτείται η εφαρμογή και τήρηση αυστηρών μέτρων που αναφέρονται στη μελέτη, προς αποτροπή και μετριασμό των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων και την κάλυψη των υποχρεώσεων που απορρέουν από την νομοθεσία για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.
Μεταξύ άλλων, προβλέπεται η στενή συνεργασία με το επιστημονικό προσωπικό της Μονάδας Διαχείρισης για τη διεξαγωγή έρευνας πεδίου, σε πρώτη φάση, για τυχόν ύπαρξη φωλιών ιδίως των ειδών χαρακτηρισμού της ΖΕΠ. Εφόσον από την έρευνα πεδίου εντοπιστούν θέσεις φωλεασμού και ύπαρξη πτηνών, αυτές θα σημανθούν επί χάρτου και με την επιστημονική καθοδήγηση της Μονάδας Διαχείρισης θα προστατευτούν με τον καταλληλότερο τρόπο (π.χ. μετακίνηση σε άλλα σημεία, καθορισμός ζώνης ασφαλείας (buffer zone) περιμετρικά των φωλιών, αναστολή εργασιών μέχρι οι νεοσσοί να αναπτυχθούν ή εγκαταλείψουν τη φωλιά).
Στις περιοχές ή θέσεις που αποτελούν ενδιαίτημα (περιοχή τροφοληψίας, χώρο φωλεασμού, αναπαραγωγή) των ειδών χαρακτηρισμού της ΖΕΠ, και σε συνεργασία με το επιστημονικό προσωπικό της Μονάδας Διαχείρισης, θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη λήψη προληπτικών προστατευτικών μέτρων όπως (ενδεικτικά και όχι περιοριστικά): – περιορισμός της έκτασης του χώρου εκτέλεσης (στα επιφανειακά τμήματα),- περιορισμός χρήσης (στα επιφανειακά τμήματα) και για μεγάλη χρονική διάρκεια μηχανολογικού εξοπλισμού που βάσει προδιαγραφών εκπέμπει υψηλή στάθμη θορύβου και δονήσεων (π.χ. χρήση κρουστικών γεωτρυπάνων, πασσαλοπηκτών, εκρηκτικές ύλες).
Για την υλοποίηση του έργου στις προστατευόμενες περιοχές που επλήγησαν από την πυρκαγιά του 2023, επιβάλλεται η αποκλειστική συνεργασία του Αναδόχου με την Μονάδα Διαχείρισης και τα χωρικά αρμόδια δασαρχεία (κατόπιν έγκαιρης ενημέρωσης τους), για την πλήρη συμμόρφωση της εκτέλεσης των εργασιών με τις μελέτες αποκατάστασης και τα προγραμματιζόμενα σχέδια δράσης.
Ως προς την ευπάθεια/τρωτότητα του έργου σε πλημμυρικά φαινόμενα, αναμένονται επιπτώσεις στις θέσεις που η χάραξη διέρχεται εντός της ζώνης κατάκλισης για πλημμύρες. Ωστόσο, όπως αναφέρεται, ο σχεδιασμός οδοποιίας προβλέπει την κατασκευή της γραμμής σε επίχωμα, το ύψος του οποίου διαφοροποιεί και προστατεύει το έργο από τις πλημμυρικές παροχές 50ετίας, ενώ ο υδραυλικός σχεδιασμός του ενσωματώνει κατάλληλες παραμέτρους, έτσι ώστε να γίνεται απρόσκοπτα η ροή των υδάτων, χωρίς την εμφάνιση πλημμυρικών φαινομένων.
Κική Ηπειρώτου


