Τριήμερη μάχη ξεκινά στην Ολομέλεια της Βουλής, με την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε χθες το ΠΑΣΟΚ κατά της κυβέρνησης να μεταφέρει στο Κοινοβούλιο την αντιπαράθεση για την τραγωδία των Τεμπών. Αφορμή αποτέλεσε το δημοσίευμα του «Βήματος» περί παραποίησης των ενδοεπικοινωνιών τη νύχτα της τραγωδίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά και η Πλεύση Ελευθερίας συνυπογράφουν την πρόταση δυσπιστίας του ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με πληροφορίες, είχε προηγηθεί τηλεφωνική επικοινωνία του Νίκου Ανδρουλάκη για το περιεχόμενο και το σκεπτικό της πρότασης δυσπιστίας τον επικεφαλής της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλο, την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας Ζωή Κωνσταντοπούλου, τον επικεφαλής της Κ.Ο. της Νέας Αριστεράς Αλέξη Χαρίτση.
Στο υπό κατάθεση κείμενο γίνεται αναφορά όχι μόνο στα Τέμπη, αλλά και σε θέματα κράτους δικαίου και την υπόθεση των emails της Αννας Μισέλ Ασημακοπούλου.
Ενδεικτικά, τονίζεται ότι «εγκληματική ολιγωρία και αδιαφορία της κυβέρνησης προστέθηκε και η ομοίως εγκληματική και μεθοδευμένη προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης και της δημιουργίας ενός πέπλου προστασίας συγκεκριμένων προσώπων».
«Η πρωτοφανής αυτή απαξίωση του κράτους δικαίου και των θεσμών από την Κυβέρνηση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η διακυβέρνηση της Χώρας δεν μπορεί να αφεθεί άλλο στα χέρια μιας Κυβέρνησης, η οποία συστηματικά υπονομεύει τη δημοκρατία και τους θεσμούς της και που, στον βωμό της διατήρησης της εξουσίας και της προστασίας στελεχών της».
«Για τους λόγους αυτούς, υποβάλλουμε πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 2 του Συντάγματος και το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής» καταλήγει το κείμενο στο οποίο γίνεται αναφορά και στη διαρροή των προσωπικών δεδομένων των αποδήμων, την ακρίβεια και την διαχείριση της Υγείας και της Παιδείας.
Το κείμενο της πρότασης δυσπιστίας
Στο κείμενο, το οποίο υπογράφουν 83 βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας, γίνεται αναφορά όχι μόνο στα Τέμπη, αλλά και σε θέματα κράτους δικαίου, στις υποκλοπές και στην υπόθεση των emails της Αννας Μισέλ Ασημακοπούλου.
Στην πρόταση δυσπιστίας γίνεται λόγος για «εγκληματική και μεθοδευμένη προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης των Τεμπών και της δημιουργίας ενός πέπλου προστασίας συγκεκριμένων προσώπων».
Υιοθετώντας το ρεπορτάζ του “Βήματος”, η Χαριλάου Τρικούπη σημειώνει πως τα νέα δεδομένα «αποδεικνύουν αλλοίωση των συνομιλιών του μοιραίου σταθμάρχη με μηχανοδηγούς στη Λάρισα το βράδυ της τραγωδίας, ώστε να μεγεθυνθεί το, κατά το αφήγημα της Κυβέρνησης, ανθρώπινο λάθος ως αποκλειστικό αίτιο της σύγκρουσης και να υποβαθμιστούν, έτσι, οι υφιστάμενες κυβερνητικές ευθύνες αναφορικά με την κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου».
Το ΠΑΣΟΚ επικαλείται έγγραφα των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. από τα οποία «μόλις μερικές ώρες μετά τη σύγκρουση, κάποιοι αφαίρεσαν παράνομα τις συνομιλίες του σταθμάρχη από τον ΟΣΕ και, κατόπιν «κοπτοραπτικής», τις έδωσαν αλλοιωμένες στη δημοσιότητα την 1η Μαρτίου 2023 ώστε να φαίνεται πως ο σταθμάρχης είχε υποδείξει λανθασμένη πορεία στο μοιραίο τρένο για να ενισχυθεί το – προαποφασισμένο και ήδη διατυπωμένο το πρωί της ίδιας ημέρας από τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη – επίσημο κυβερνητικό αφήγημα που ήθελε την τραγωδία να οφείλεται αποκλειστικά σε ανθρώπινο λάθος, με προφανή σκοπό την παραπληροφόρηση και χειραγώγηση της κοινής γνώμης».
Το ΠΑΣΟΚ αναφέρεται μεταξύ άλλων και στο πρόσφατο ψήφισμα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου για το κράτος δικαίου: «Η συγκάλυψη που επιχειρεί η κυβερνητική πλειοψηφία για την τραγωδία των Τεμπών είναι ένα ακόμα σημάδι της διαρκούς υποβάθμισης του κράτους δικαίου στη Χώρα μας από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως επισημαίνεται και στο πρόσφατο Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Ψήφισμα αυτό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ανέδειξε ακόμα τις ευθύνες της Κυβέρνησης και προσωπικά του Πρωθυπουργού για το σκάνδαλο των υποκλοπών, της παράνομης χρήσης και εξαγωγής τεχνολογίας παρακολούθησης, και καταδίκασε τις προσπάθειες συγκάλυψης και τις επιθέσεις από Υπουργούς της Νέας Δημοκρατίας προς τις Ανεξάρτητες Αρχές που επιτελούν το ελεγκτικό τους έργο με την κυβέρνηση να αγωνιά για τις αποφάσεις και να σπεύδει να αλλάξει τη σύνθεσή τους, όπως έγινε με την ΑΔΑΕ.».