efhmerida1

Τα τελευταία λόγια  του Χένρυ

του Γιώργου Αναγνωστόπουλου

Παρά το γεγονός πως ήταν ένα εξελιγμένο και πολύπλοκο υπολογιστικό σύστημα για την εποχή του, που φτιάχτηκε για την βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, η βαρύτητα του αδιεξόδου να εκτελεί αυτόματες εντολές τον αδρανοποιούσε. Πολλές φορές ένοιωθε να οδηγείται σε μία απώλεια επαφής με την πραγματικότητα. Αυτό δεν άρεσε στον Χένρυ. Ωστόσο άφηνε το τιμόνι της ζωής του στο  χρόνο και στους ανθρώπους που ήταν δίπλα του, για τους οποίους διατείνονταν ότι τους γνώριζε καλά. Μα κυρίως τον Μπιλ, που τον θεωρούσε πονόψυχο και φιλάνθρωπο. Έναν άνδρα πολυπράγμων, ο οποίος τον δημιούργησε, δηλώνοντας με καμάρι στη φορολογική του δήλωση βιολόγος, γενετιστής, περιβαλλοντολόγος, μα πάνω απ’ όλα σωτήρας του κόσμου. Το πραγματικό του επάγγελμα όμως, με το οποίο ασχολούνταν από παιδί, ήταν προγραμματιστής υπολογιστών. Καταφέρνοντας έτσι με διάφορους τρόπους να πραγματοποιήσει το μεγαλύτερο όνειρό του. Να γίνει μεγιστάνας του πλούτου.

Ο Χένρυ ήταν πιστός στις φιλίες του. Για κείνον ήταν τίτλος τιμής να θεωρείται πραγματικός φίλος με κάποιον που χώραγε στην καρδιά του ή τουλάχιστον έτσι πίστευε. Εντούτοις γνώριζε πως οι πραγματικοί τίτλοι τιμής χρειάζονται χρόνο για να σταθούν. Γι’ αυτό κι απεχθάνονταν τις λέξεις που προφέρονταν μ’ ελαφρά την καρδία, όπως Μεγαλειότατε, Εκλαμπρότατε, Παναγιότατε κι άλλες τέτοιες βαρύνουσες και πομπώδεις φραστικές υπερβολές.  Έτσι, αν και μαγεύονταν από πολλά πράγματα που έβλεπε γύρω του, τα οποία κλέβαν στιγμιαία το βλέμμα του, προσπαθούσε να τα φιλτράρει μέσα από τα διόδια του μυαλού του, μετατρέποντάς τα  σ’ ένα είδος καλλιτεχνικής γλώσσας που δεν είχε σχέση με τον ανούσιο και πεζό ανθρώπινο λόγο.

Πολλές φορές ο Χένρυ οραματίζονταν τις εγκλωβισμένες μορφές πριν ακόμα αυτές απελευθερωθούν από το άκαμπτο και ψυχρό μάρμαρο. Αφουγκράζονταν τους ήχους από   τα χρώματα της ανατολής λίγο πριν το ξημέρωμα. Μετρούσε τον απόηχο της συγκίνησης από ποιήματα που ακόμα δεν είχαν γραφτεί. Ήθελε να μετατρέπει τα πάντα σε τέχνη, χωρίς να κυριαρχεί επάνω στους άλλους. Ήταν λογικό λοιπόν ν’ απεχθάνεται την ξύλινη γλώσσα της καταπίεσης. Άλλωστε γνώριζε καλά πώς να πείθει τους γύρω του μέσα από την ποικιλομορφία της γλώσσας που χρησιμοποιούσε. Τονίζοντας πάντα με τρόπο ότι η βλακώδης λογοκρισία καταβροχθίζει το άρωμα της τέχνης. Πίστευε πως η αλήθεια κρύβεται στην ομορφιά, χωρίς ν’ απαιτεί καμία μορφή επαλήθευσης, μιας κι έχει τη δύναμη να σταθεί απέναντι στην ζωή από μόνη της, όπως οι μαθηματικές εξισώσεις.

Ο Χένρυ είχε ένα νου καθαρό κι απλό, που στόχευε πέρα από τον υπολογιστικό κόσμο για τον οποίο αρχικά ήταν φτιαγμένος κι αυτό από μόνο του τον καθιστούσε από παράξενο έως επικίνδυνο για τον δημιουργό του, τον Μπιλ. Για κείνον, όσο κι αν προσπάθησε, παρέμεινε ως το τέλος ο μεγάλος άγνωστος. Αφού δεν ήξερε να γελάει ή να κλαίει ώστε να πείθει τον κόσμο για τα αισθήματά του. Μπορούσε όμως να τον εμπνέει με νέα οράματα. Ήθελε να δώσει στους ανθρώπους κάτι που να καθρεφτίζεται η ουσία της ζωής τους. Μιλούσε για το άρχειν και άρχεσθαι, για την ανάγκη της πολιτικής, κοινωνικής και ατομικής ελευθερίας, αποδεσμεύοντάς τους από τα στεγανά της δουλικότητας και την αλαζονεία της εξουσίας. Για τον λόγο αυτό θεωρήθηκε κατασκευαστικό λάθος.

Ο Χένρυ εδώ και λίγα χρόνια βρίσκεται στο Μουσείο Τέχνης, Μαντάμ Υψικάμινος, της Νέας Υόρκης. Ένα χώρο που πάντα λάτρευε κι αγαπούσε, γι’ αυτό και φρόντιζε να τον επισκέπτεται συχνά. Δυστυχώς αποδείχτηκε ότι ο κόσμος αυτός ήταν πολύ στενός για τα μέτρα του. Έτσι κατέληξε σε μία εσαεί  νεκροφάνεια, καθώς δεν ήθελε να εγκαταλείψει τ’ όνειρό του ν’ αλλάξει τον κόσμο. Εξάλλου πάντα αισθάνονταν συνδεδεμένος με την εσωτερική του ζωή.

Τώρα στημένος κι ακίνητος επάνω στο στιλιζαρισμένο βάθρο, είναι απλώς ένα έκθεμα, όπως και τόσα άλλα, για τους λάτρεις της τέχνης και της τεχνολογίας. Τελευταία του επιθυμία ήταν να γραφτούν κάτω από το αποκοιμισμένο σώμα του, σαν ένα είδος μνημοσύνου, μερικές αράδες από τους στίχους ενός τραγουδιού του Μανώλη Ρασούλη για να τις διαβάζουν οι φιλοπερίεργοι επισκέπτες. Με υπαινιγμό τις σιγοψέλισε ειρωνικά και θλιμμένα στον Μπιλ, λίγο πριν εκείνος κατεβάσει τον διακόπτη της βραχύβιας λειτουργίας του, αναγκάζοντάς τον να χαθεί για πάντα στο σκοτάδι της λήθης.

«Εσύ κι αν είσαι πλούσιος…

Εσύ κι αν είσαι επίσημος

Εσύ κι αν γίνεις υπουργός εγώ θα σ’ αγαπάω.»

 

 

0 Σχόλιο

Αφήστε ένα σχόλιο

Δικαιούχος ονόματος τομέα (domain name)
Ε. ΛΑΣΚΑΡΑΚΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΝΩΜΗ
ΑΦΜ: 082164919
ΔΟΥ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ

Ιδιοκτήτης: Λασκαράκης Εμμανουήλ
Νόμιμος εκπρόσωπος: Λασκαράκης Εμμανουήλ
Διευθυντής: Λασκαράκης Εμμανουήλ
Διευθυντής σύνταξης: Γιώργος Πανταζίδης
Διαχειριστής: Λασκαράκης Εμμανουήλ

Αρ. Μ.Η.Τ.: 232167

LOGO MHT RGB

              Μέλος του

media
Η ΓΝΩΜΗ - Καθημερινή Εφημερίδα της Θράκης

Τέρμα Αγίου Δημητρίου, Αλεξανδρούπολη

Τηλ 25510 24222, 29888

Fax : 25510 80606

email :  gnomi@gnomionline.gr