του Γιώργου Αναγνωστόπουλου
Οι πιο δροσερές λέξεις είναι αυτές που πέφτουν με τη βροχή.
Ξέρουν να μιλούν στα δέντρα και στους ανθοφόρους βλαστούς.
Στις επόμενες βροχερές μέρες που θα τις συναντήσετε θυμηθείτε το.
Μην κόψετε όμως τ’ άνθη.
Σας ικετεύω μην τα κόψετε.
Είναι η προίκα της γης.
Όσο κι αν προσπαθήσετε
δε θα σας αποκαλυφθούν τα δώρα του γάμου της.
Είναι τόσο παλιά,
που η ανικανοποίητη λαιμαργία των περαστικών μοιάζει ελάχιστη
να μεταφράσει τα πλατιά, πανάρχαια μυστικά τους,
καθώς αυτοί πνίγουν τα βαμμένα με ήλιο μπουμπούκια
μες στις αδίψαστες χούφτες τους.
Τόσο, που αναρωτιέται κανείς
πόση ζωή μπορεί να χαθεί μέσα στην απληστία.
Στις επόμενες βροχερές μέρες που θα τις συναντήσετε θυμηθείτε το.
Όταν τα γερασμένα κεραμίδια θα στραγγίζουν τις τελευταίες λέξεις
πάνω στα πεινασμένα σώματα των αναρριχητικών φυτών
και η αχνή μυρωδιά στο χώμα θα διαβάζει ξανά την αρχή της νιότης.
Κάπου εκεί μες στο τρελό μεθύσι της δεκτικότητας
θυμηθείτε εκείνη την ξεχασμένη γλώσσα του παρελθόντος,
που πάντα θα οργώνει με τη βουκέντρα των πολύχρωμων λέξεων
το δημιουργικό οίστρο της κατάφυτης γης.