Ο μόνος δρόμος για να νικήσεις τον πόνο είναι η αγάπη.
Το είπε ο Χριστός, ο Μωάμεθ, ο Βούδας
κι όλοι οι φωτισμένοι μύστες του κόσμου.
Κίνησα λοιπόν κι εγώ προς τα κει.
Μα υπήρχε πολύ μοναξιά.
Οι δρόμοι ήταν έρημοι.
Τα ποτάμια στεγνά.
Τα πουλιά δεν πετούσαν στον ανοιχτό ουρανό.
Μόνο ένας τυφλός και καταπονημένος γεροζητιάνος περπατούσε αργά,
έξω απ’ τον προαύλιο χώρο ενός εγκαταλελειμμένου ναού χωρίς σύμβολα,
σέρνοντας πίσω του με μία τριχιά τον νεκρό από μέρες ψωριάρικο σκύλο του.
Όταν πέρασα από μπροστά του σταμάτησα και τον ρώτησα που βρίσκεται η αγάπη,
εκείνος, ψηλαφώντας, μου έπιασε το χέρι
και το απίθωσε απαλά επάνω στην τεντωμένη τριχιά.
Πιάνοντάς την, ξαφνικά ένιωσα τους συναισθηματικούς κραδασμούς ενός μακρινού παρελθόντος ανάμεσα σε δύο άγνωστους κόσμους.
Μετά από λίγο ο ρακένδυτος γέρος τράβηξε ξανά το σχοινί
που ένωνε τη ζωή με τον θάνατο.
Οι δυο τους και πάλι, σιωπηλοί κι αμέριμνοι όπως πριν, συνέχισαν την πορεία τους.
Γιώργος Αναγνωστόπουλος