του Γιώργου Αναγνωστόπουλου
Το μπόι της ψυχής του δεν μετριόνταν από το ύψος του, αλλά από το βλέμμα στα μάτια του, καθώς ατένιζε τις θολές γραμμές των οριζόντων που είχαν πλημυρίσει την καρδιά και τη σκέψη του.
Μα και το χαμόγελο του ξεχείλιζε αληθινό από το εύρος της καρδιάς του, καθώς, αν και ανάξιος εραστής για όσα αγάπησε, αλλά δεν αποτόλμησε να ζήσει, λείαναν την ψυχή του πάνω στο αμόνι της έλλειψης και του πόνου.
Και καθώς ο εξομολογητικός, μελαγχολικός του χαρακτήρας δεν τον άφηνε ήσυχο, άπλωνε τη λύπη του με μελάνι πάνω στο χαρτί, μήπως έτσι κατάφερνε να τη λησμονήσει.
Μα ο εαυτός του, που πάντα ζητούσε το λόγο για το κάθε τι, στο τέλος υψώθηκε πιο ψηλά από το ίδιο του το κορμί και τότε ό,τι πιο δειλό, ό,τι πιο ανάξιο, ό,τι πιο προδοτικό για όσα δεν έπραξε, για όσα δείλιασε, για όσα δεν κατάφερε, συνειδητοποίησε πως κάποια στιγμή θα ερχόταν η ώρα που θα οπλιζόταν εναντίων του.
Παρόλα αυτά ο πόθος του γι’ αυτή την άγνωστη γυναίκα, τη γυναίκα θάλασσα, θα συνεχίσει να τον καθορίζει σε όλη του τη ζωή, και ας χαίρονταν οι δικοί του πως τάχα όλα αυτά ήταν κάποιες παιδικές, αφελείς παρορμήσεις του, μιας και ο ίδιος γνώριζε πως η μόνη λύτρωση απέναντι στο άγνωστο και το φόβο του θανάτου, που αργά ή γρήγορα έρχεται για όλους, γι’ αυτόν θα ήταν να βρεθεί μακριά, μέσα στη βαθιά αγκαλιά της.
Μιλάμε για τον Έλληνα ποιητή, πεζογράφο και ναυτικό Νίκο Καββαδία (1910 – 1975) ο οποίος έγραψε αυτό το υπέροχο ποίημα που έχει τίτλο: «Ιδανικός κι ανάξιος εραστής». Ο τίτλος του ποιήματος, του οποίου τμήμα μελοποιήθηκε για να γίνει αυτό το τραγούδι, είναι το “Mal du depart” το οποίο στα Γαλλικά μεταφράζεται σε «Πόνος της φυγής». Ένας πόνος που εκδηλώνεται στη συνείδηση του ποιητή ως αποτέλεσμα των επιλογών του. Το “Mal du depart” γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’20 και συμπεριλήφθηκε στο «Μαραμπού» την πρώτη ποιητική συλλογή του που εκδόθηκε το 1933 από το περιοδικό «Ο Κύκλος» και είναι αφιερωμένο στον φίλο του Μέμα Γαλιατσάτο.
Ιδανικός Κι Ανάξιος Εραστής
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
Για το Μαδράς τη Σιγκαπούρ τ’ Αλγέρι και το Σφαξ
θ’ αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
κι εγώ σκυφτός σ’ ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.
Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ,
οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα `χω πια ξεχάσει,
κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ’ όποιον ρωτά:
“Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει”.
Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί
και λόγο ως ένας δικαστής στυγνός θα μου ζητήσει,
κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
θα σημαδέψει κι άφοβα το φταίχτη θα χτυπήσει.
Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
σε κάποια θάλασσα βαθειά στις μακρινές Ινδίες,
θα `χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.
Τον Φεβρουάριο του 1975 ο Νίκος Καββαδίας θα πεθάνει από εγκεφαλικό επεισόδιο. Μερικούς μήνες αργότερα, την ίδια χρονιά, ο σπουδαίος συνθέτης Γιάννης Σπανός είναι ο πρώτος που «θα τολμήσει» να μελοποιήσει αυτό το εκπληκτικό ποίημα, το οποίο θα ερμηνεύσει με τη μαγευτική του φωνή ο Κώστας Καράλης και θα μας ταξιδεύει κάθε φορά που το ακούμε στο Μαδράς, τη Σιγκαπούρ, τ’ Αλγέρι, το Σφαξ, έως τη θολή γραμμή των οριζόντων και τις μακρινές Ινδίες. Ενώ αργότερα, τη σκυτάλη θα παραλάβουν η Μαρίζα Κωχ και κυρίως ο Θάνος Μικρούτσικος.
Την εποχή εκείνη που έγραφε τα σπουδαία αυτά ποιήματά ο Νίκος Καββαδίας θεωρούνταν παρακατιανός από τους ομότεχνούς του, μιας και όλα του τα πονήματα περιστρέφονταν γύρω από τη θάλασσα. Σήμερα όμως, καθώς ο χρόνος είναι και θα παραμένει ο πιο μεγάλος κριτής, τολμούμε να πούμε γι’ αυτόν τον σπουδαίο ποιητή πως, αν και δεν πέθανε στη θάλασσα όπως επιθυμούσε, παρά σ’ ένα κρεβάτι ενός νοσοκομείου της Αθήνας, τους «Αγίους Αποστόλους», πως: Όχι η κηδεία σου δεν ήταν σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες, γιατί κατάφερες να κυνηγήσεις τα όνειρά σου και δεν παρέμεινες ένας ιδανικός και ανάξιος εραστής. Κοιμήσου ήσυχα λοιπόν ποιητή της θάλασσας, γιατί έδειξες το δρόμο της καρδιάς σε όλους μας.