Μία συνέντευξη με τον αγωγό του ελληνικού πολιτισμού, τη Δημοκρατία – Μέρος 46ο

του Γιώργου Αναγνωστόπουλου

Στην προηγούμενη συνέντευξή μας αναφέρθηκες στην ανάπτυξη της Επικούρειας φιλοσοφίας και στην επίτευξη της ελευθερίας στα πλαίσια μίας νέας κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας με την άνοδο της Μακεδονικής Αυτοκρατορίας, η οποία πέραν των βασιλικών επιδιώξεων διαμόρφωσε τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Ωστόσο, παράλληλα αναπτύχθηκαν και άλλα φιλοσοφικά ρεύματα, μεταξύ των οποίων ο Στωικισμός και ο Σκεπτικισμός, στα οποία και αναφέρθηκες εν τάχη και τα οποία διέπλασαν τα νέα όρια ελευθερίας κατά την ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών.

Ακριβώς! Μάλιστα αυτά τα φιλοσοφικά ρεύματα, όπως και οι Σχολές των Κυνικών, των Νεοπυθαγόρειων του Νεοπλατωνισμού κ.λπ., μαζί με την Επικούρεια φιλοσοφία, θα επιμηκύνουν τη διάρκειά τους μέσα στον χρόνο και κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις από τις αρχικές τους απόψεις, επανατοποθετώντας έτσι τα νέα πλαίσια ευδαιμονίας, αυτάρκειας και ελευθερίας του ανθρώπου, όπως πολύ σωστά επισήμανες, καθώς όχι μόνο έχει πια χαθεί η παλιά διασύνδεση μεταξύ ατόμου και πόλης, αλλά ο πολίτης υποτασσόμενος στις ιεραρχικές δομές της ρωμαϊκής ταυτότητας έχει απολέσει κάθε ατομική ελευθερία.

Ξεκινώντας όμως από την αρχή θα ήθελα να τονίσω ότι τουλάχιστον για τους στωικούς, οι οποίοι επηρέασαν βαθύτατα τη ρωμαϊκή σκέψη, η αναζήτηση της ελευθερίας και ευδαιμονίας δεν έγκειται στη διαμόρφωση της δημοκρατικής ελευθερίας, η οποία κατά τους κλασικούς χρόνους κάλυπτε σωρευτικά το σύνολο των εκδηλώσεων του ανθρώπου σε ατομικό, κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, αλλά στη συμφωνία του βίου του κάθε ανθρώπου προς τη φύση, η οποία μέσω του ορθού λόγου οδηγεί τον άνθρωπο στην αρετή. Κατά τους στωικούς ο μόνος ελεύθερος άνθρωπος είναι ο ενάρετος άνθρωπος, τιμώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την ιδιαιτέρα φύση του. Ωστόσο, η αποσύνδεση μεταξύ ατόμου και πόλης εκφράστηκε από τους ίδιους, σε αντίθεση με τους επικούρειους και τους κυνικούς,  μέσα από την ανάμιξη τους με την εξουσία. Επιφανείς μαθητές του Ζήνωνος του Κυτιέως (334 – 262 π.Χ.), ιδρυτού του Στωικισμού, συνδέθηκαν με ολιγαρχικά και μοναρχικά καθεστώτα.

Ενδεικτικά ο Σφαίρος ο Βαρυσθενίτης ή Βοσποριανός (285 – 221 π.Χ.), από τον Βόσπορο, μαθητής του Ζήνωνος, θα διατελέσει ως σύμβουλος και εισηγητής της Στωικής φιλοσοφίας στην αυλή του βασιλιά της Σπάρτης Κλεομένη Β΄. Μετά δε την αποτυχία των μεταρρυθμίσεων θα καταλήξει στην Αλεξάνδρεια, στην αυλή του βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίου Φιλοπάτορος. Αντίστοιχα ο συμπατριώτης και μαθητής του Ζήνωνος, Περσαίος ο Κυτιεύς (306 – 243 π.Χ.) από το Κίτιο, θα συμμετάσχει στην εξουσία του ισχυρού Μακεδόνα Αντίγονου Β΄ Γονατά, αναλαμβάνοντας τη διαπαιδαγώγηση του διάδοχου. Όταν ο Αντίγονος κατέλαβε την Κόρινθο, το 244 π.Χ., τον διόρισε άρχοντα της πόλης. Ένα χρόνο αργότερα όμως έπεσε μαχόμενος κατά την υπεράσπιση της πόλης από τον Άρατο, στρατηγό της Αχαϊκής Συμπολιτείας. (Βλάσης Ρασσιάς, Θεοίς Συζήν –  Εισαγωγή στον Στωικισμό)

Αργότερα, την περίοδο της Μέσης Στοάς (200 – 50 π.Χ.), η Στωική φιλοσοφία,  με κύριους εκπροσώπους τον Παναίτιο από τη Ρόδο (180 – περ. 110) και τον Ποσειδώνιο από την Απάμεια (135 – περ. 51), με την απόρριψη της ιδέας ότι μόνο ο σοφός είναι ενάρετος, θα προβάλει ως ηθική υποχρέωση την έννοια του καθήκοντος, κυρίως στην πρακτική καθημερινότητα του πολιτικού βίου. Η προδιάθεση κάποιων ανθρώπων προς τη σοφία και την αρετή οδηγεί τους στωικούς φιλοσόφους στην υποχρέωση να καθοδηγούν όλους εκείνους που κάνουν προόδους προς αυτή την κατεύθυνση, τους οποίους και ονομάζουν «προκόπτοντες». Μετά το 50 π.Χ, στο δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, σε αντίθεση με το ανατολικό της, όπου επικρατούσε ο Επικουρισμός, θα σημειωθεί μεγάλη διάδοση του Στωικισμού. Η Νέα Στοά από το 50 μ.Χ. και εντεύθεν, με βασικούς εκπροσώπους τους Ρωμαίους Σενέκα ( 5 – 65 μ.Χ.),  τον Αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο (121-180 μ.Χ.),  αλλά και τον Έλληνα Επίκτητο (50-138 μ.Χ.), από την Ιεράπολη της Φρυγίας, θα αναδειχτεί ως η κύρια πνευματική δύναμη, η οποία θα καταφέρει με την ανάπτυξη των τεσσάρων βασικών αρετών της Στωικής Φιλοσοφίας: του θάρρους, της  δικαιοσύνης, της εγκράτειας και της σοφίας, τις οποίες και εκθειάζει ο Μάρκος Αυρήλιος στο περίφημο έργο του «Τα εις εαυτόν», αλλά και μέσα από θυσίες, οι οποίες αναδείκνυαν τόσες άλλες αρετές, όπως της παρρησίας, της κατανόησης, της πραότητας κ.λπ., να επιτύχει τη διείσδυση του Ελληνικού ανθρωπιστικού πνεύματος στο Ρωμαϊκό Δίκαιο.

Μολονότι, λοιπόν, η Res Publica κατά τον Πολύβιο στηρίχθηκε στο  συνδυασμό της βασιλείας (η εξουσία των αρχόντων), της ολιγαρχίας (η Σύγκλητος) και της δημοκρατίας (λαϊκές συνελεύσεις) και είχε ως αποτέλεσμα τη μακρά σταθερότητα του ρωμαϊκού πολιτεύματος. Εντούτοις, με την εξουσιαστική επέκταση των Αυτοκρατόρων, αρχής γενομένης του Ιουλίου Καίσαρος (100 – 44 π.Χ.), ο οποίος έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στον μετασχηματισμό της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας σε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ο Στωικισμός ανεδύθη ως η κύρια πνευματική δύναμη, η οποία μέσα από αγώνες και θυσίες οδήγησε στην πτώση του τελευταίου των Τυράννων, του Δομιτιανού. Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας δολοφονήθηκε το 96 μ.Χ. από συνεργάτες του, οι οποίοι συνωμότησαν με τη γυναίκα του. Η δε Σύγκλητος καταδίκασε επίσημα τη μνήμη του.

Ωστόσο η επιρροή των στωικών, οι οποίοι συμμετείχαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στον διοικητικό μηχανισμό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υπήρξε αδιαφιλονίκητη. Ο Ρωμαίος συγκλητικός, στωικός φιλόσοφος και  ρήτορας Λεύκιος Ανναίος Σενέκας, γνωστός ως Σενέκας ο Νεότερος (4 – 65 π.Χ.), ο οποίος γεννήθηκε στην Κόρδοβα της νότιας Ισπανίας (περιοχή Ανδαλουσίας) και προέρχονταν από πλούσια οικογένεια Ρωμαίων ιππέων,  θα επηρεάσει σημαντικά ως διδάσκαλος του Νέρωνα την πολιτική του στάση κατά την πρώτη πενταετία της ενθρόνισης του. Εντούτοις στο τέλος θα μειωθεί η δύναμή του και η θέση του απέναντι στον Αυτοκράτορα θα γίνει εξαιρετικά δύσκολη. Γεγονός που θα τον αναγκάσει ν’ αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή. Παρόλα αυτά το 65 μ.Χ. θα κατηγορηθεί για ενεργό συμμετοχή στην αποτυχημένη συνωμοσία του Πείσωνα κατά του Αυτοκράτορα και θα διαταχθεί να αυτοκτονήσει αμέσως κόβοντας τις φλέβες του.

Ο συγκλητικός Σενέκας στο έργο του De Vita Beata (Για μία Ευτυχισμένη Ζωή) θα γράψει, αντιπαραβάλλοντας τα προσωρινά πάθη και την αβέβαιη εξουσία με την εσωτερική ευτυχία, πως ο άνθρωπος θα πρέπει να αποδράσει προς την ελευθερία, όχι με την έννοια βέβαια της δημοκρατικής ελευθερίας, που όπως είπαμε κατά την κλασική περίοδο κάλυπτε σωρευτικά το σύνολο των εκδηλώσεων του ανθρώπου σε ατομικό, κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, αλλά με την αδιαφορία προς τα υλικά αγαθά. Μία αντίληψη που αποπνέει έντονα μοιρολατρικό και ασκητικό πνεύμα, αποδεχόμενη τη ματαιότητα κάθε επίγειου αγώνα. Εξάλλου βασική θέση της Στωικής φιλοσοφίας είναι πως η ελευθερία δεν ακυρώνεται από την ύπαρξη της ειμαρμένης, δηλαδή τα όσα καθορίζονται από τη μοίρα ή αλλιώς τα «ουκ εφ ημίν», αλλά τα όσα ανήκουν στη σφαίρα της δικής μας εξουσίας, τα «εφ ημίν», και τα οποία θα πρέπει να είναι σύμφωνα προς την φύση και τον ορθό λόγο, ασχέτως με τη μοίρα στην οποία βρίσκεται ο καθένας. Ο μόνος ελεύθερος άνθρωπος, λοιπόν, κατά τους στωικούς, θεωρείται ο ηθικός ή ενάρετος άνθρωπος κι ας είναι δούλος, όπως ο Στωικός φιλόσοφος Επίκτητος ή Αυτοκράτορας, όπως ο Μάρκος Αυρήλιος, όχι όμως μόνο για λόγους αποφυγής του πόνου με σκοπό την ηδονή, όπως θεωρούσαν οι επικούρειοι, αλλά από καθήκον προς την ανθρώπινη φύση.

 

0 Σχόλιο

Αφήστε ένα σχόλιο