Οι απογοητευτικές εξελίξεις στις συνομιλίες για το Κυπριακό δικαίωσαν και πάλι όσους υποστηρίζουν ότι ο χρόνος μετράει σε βάρος της λύσης και υπέρ της διχοτόμησης. Απόδειξη ότι τα ζητήματα για τα οποία ναυάγησαν οι διαπραγματεύσεις είχαν διευθετηθεί με το σχέδιο Ανάν του 2004. Η Μόρφου πήγαινε στην Ελληνοκυπριακή ζώνη μαζί με την Αμμόχωστο και τα χωριά της Λεύκας. Η Καρπασία θα ήταν αυτοδιοικούμενη. Ο Τουρκικός στρατός θα αποχωρούσε σταδιακά μέσα σε πέντε χρόνια, αρχής γενομένης από την επόμενη μέρα της συμφωνίας. Το ίδιο θα συνέβαινε και με μεγαλύτερο μέρος των εποίκων.
Δεν είναι του παρόντος να αναφερθούμε στις ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες η μεγαλόνησος βίωσε τόσο τραγικές καταστάσεις, ούτε να αναζητήσουμε τις τεράστιες ευθύνες που βαρύνουν τους πολιτικούς στην Ελλάδα και στην Κύπρο και στις χαμένες ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν τα τελευταία εξήντα χρόνια για την επίλυση του πολιτικού προβλήματος.
Θεωρούμε όμως ότι στο βάθος αυτής της μακροχρόνιας διαμάχης μεταξύ των δύο κοινοτήτων του νησιού , που οδήγησε στην τουρκική εισβολή και στη κατοχή του 30% της Κύπρου, βρίσκεται το εθνοτικό μίσος που καλλιέργησαν εθνικιστές ηγέτες και από τις δύο πλευρές, με σημαντική συμβολή σε αυτό της Εκκλησίας της Κύπρου που εκφράστηκε και με την πολιτική του Προέδρου Μακαρίου απέναντι στους αλλόθρησκους τουρκοκύπριους. Η καταγγελία των συμφωνιών της Ζυρίχης που είχαν συμφωνηθεί από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ήταν το τραγικό λάθος που οδήγησε στις συμφορές και ολοκληρώθηκε με το πραξικόπημα της Χούντας εναντίον του Μακαρίου.
Υπάρχει όμως και μια οικονομική διάσταση, η αντίθεση ανάμεσα στο φτωχό βορρά και στον πλούσιο νότο, που έχει διπλάσιο κατά κεφαλή εισόδημα από τον Βορρά. Είναι και αυτός ένας από τους κώδικες για να εξηγήσει κανείς την αδυναμία συμφωνίας επί ενός καθεστώτος για την επανένωση της Νήσου. Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν το 2004 είναι χαρακτηριστική αυτής της αντίληψης. Ένα σχέδιο που συντάχθηκε στα πλαίσια του ΟΗΕ και με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία είχε θέσει σαν όρο για την ένταξη της Κύπρου στους κόλπους της, την επίλυση του πολιτικού της προβλήματος. Ένταξη η οποία είχε ήδη γίνει από το 2003 και μάλιστα για το σύνολο της νήσου, με προσωρινή άρση του κοινοτικού κεκτημένου στο βόρειο τμήμα της…
Όταν βρέθηκα στη Κύπρο το 2004, τις ημέρες του δημοψηφίσματος, φίλος ελληνοκύπριος επιχειρηματίας του τουρισμού , με φιλοξένησε μια βραδιά στο ξενοδοχείο του, στην Αγία Νάπα, 15 χιλιόμετρα από την έρημη Αμμόχωστο. ‘Όταν τον ρώτησα τι θα ψηφίσει στο δημοψήφισμα, μου εξομολογήθηκε: «Τρελός είμαι να ψηφίσω το σχέδιον Ανάν και να έχω ανταγωνιστές τους «κατσίβελους» στις ασυναγώνιστες ακτές της Κερύνειας και της Βόρειας Κύπρου»; Αυτή η κοντόφθαλμη (για να μη πω ρατσιστική) λογική της άρνησης της δίκαιης διανομής του εθνικού πλούτου με τους τουρκοκύπριους, οδήγησε στην άρνηση της δίκαιης διανομής και της πολιτικής εξουσίας και στην απόρριψη όλων των σχεδίων ειρηνικής συμβίωσης με τους τουρκοκύπριους. Αποτέλεσμα βέβαια ήταν τα κατεχόμενα σήμερα να αναπτύσσονται από Τούρκους, Εβραίους και Βρετανούς επιχειρηματίες και μάλιστα κατά τρόπο ανταγωνιστικό προς την κυπριακή τουριστική βιομηχανία.
Έτσι καταψηφίστηκε το σχέδιο Ανάν από τους Ελληνιοκύπριους, έπειτα από την εκστρατεία υπέρ του «Όχι» από τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο (με τη συμμετοχή και του εθνολαϊκιστικού θιάσου από την Ελλάδα) και παρά τη δέσμευση του πρώην Προέδρου Γλαύκου Κληρίδη, και των άλλων Κυπρίων ηγετών, ότι η κυπριακή ηγεσία θα υποστηρίξει το σχέδιο για την επανένωση της νήσου. Ακόμη και ο Τ. Παπαδόπουλος , από τον Οκτώβριο του 2003, πριν εκλεγεί Πρόεδρος , δήλωνε ότι έπρεπε «να συνεχισθούν οι διαπραγματεύσεις στη βάση του σχεδίου Ανάν, ώστε να γίνουν βελτιώσεις που θα το καταστήσουν λειτουργικό και βιώσιμο», κάτι που αρνήθηκε να κάνει ως Πρόεδρος, εξαπατώντας τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον Κώστα Σημίτη που πρωτοστάτησε για την ένταξη πριν την λύση, ως Πρόεδρος της Ε.Ε.
Και όμως το 2004 είχε “συνωμοτήσει το σύμπαν” για τη λύση του Κυπριακού. Οι Αμερικάνοι επιθυμούσαν σταθεροποίηση στην περιοχή, οι Τούρκοι καίγονταν για μια ημερομηνία έναρξης των συνομιλιών ένταξης, η Ε.Ε. επιθυμούσε διακαώς μια ενωμένη Κύπρο , οι Τουρκοκύπριοι ήθελαν να γίνουν ευρωπαίοι πολίτες, ο εποικισμός ήταν ελεγχόμενος, οι περιουσίες δεν είχαν αλλάξει ιδιοκτήτες. Σε συζήτηση που είχα με Τουρκοκύπριο καταστηματάρχη στη Μόρφου, με διαβεβαίωσε ότι θα ψήφιζε το σχέδιο Ανάν, αν και γνώριζε ότι το κατάστημά του θα επιστρέφονταν στους Ελληνοκύπριους πρόσφυγες, που θα επέστρεφαν στην Μόρφου, σύμφωνα με το σχέδιο.
Όλη αυτή η ενέργεια εκτονώθηκε. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ισχύει σήμερα.
Οι θεωρίες συνωμοσίας ίσως είναι βολικές για να επιρρίψουμε τις ευθύνες μας στους άλλους ή για να χαϊδέψουμε τα αυτιά του εθνικού μας ακροατηρίου. Σημασία όμως έχει η αντιμετώπιση της πραγματικότητας με ρεαλισμό και ευελιξία. Σημασία έχει η απόρριψη των στερεότυπων και ο σχεδιασμός σε βάθος χρόνου. Αυτός ο σχεδιασμός δεν δύναται να μη περιλαμβάνει την επανένωση της νήσου στο άμεσο μέλλον. Η αξιοποίηση ολόκληρου του ανθρώπινου δυναμικού και των πλουτοπαραγωγικών πόρων της νήσου, θα δώσει μια νέα δυναμική στην οικονομική ανάπτυξη και θα ενισχύσει την κοινωνική συνοχή, ανεξάρτητα από τους εθνοτικούς και θρησκευτικούς διαχωρισμούς. Ας συνεχίσει λοιπόν ο Πρόεδρος Αναστασιάδης τις προσπάθειές του για την επίλυση του πολιτικού προβλήματος.
Διότι αυτή θα είναι και η τελευταία ευκαιρία πριν τη επισημοποίηση της διχοτόμησης και της διέλευσης των συνόρων Ευρώπης και Τουρκίας , μέσα από την Λευκωσία