[mks_dropcap style=”letter” size=”78″ bg_color=”#ffffff” txt_color=”#000000″]Τ[/mks_dropcap]ο προαιρετικό άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές γίνεται πάλι μείζον θέμα. Πρόκειται για άλλη μια έκφανση της νεοελληνικής ασυναρτησίας και του εφήμερου βιοπορισμού. Γενική αρχή για τις πόλεις της περιφέρειας με τα πολλά μικρά καταστήματα: Περιμένω ως πελάτη τον φίλο και τον κρεοπώλη, τον γιατρό, τον μανάβη, τον δικηγόρο που με εξυπηρετούν , να τους πουλήσω κανένα πουκάμισο και να βγάλω το μεροκάματο, ανταλλάσσοντας στην ουσία τα χρήματά μας. Αυτό λέγεται οικονομία μηδενικού αθροίσματος, διότι δεν φέρνει νέο χρήμα στην τοπική οικονομία και στην τοπική αγορά.
Μια οικονομία και μια αγορά που λόγω της κρίσης και της μείωσης της κατανάλωσης, χειμάζονται από έλλειψη ρευστότητας, αλλά οι αρμόδιοι αρνούνται να σκεφθούν νέους τρόπους να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα και βολεύονται με τα στερεότυπα, όπως τα «επιχειρήματα» εναντίον της ανοιχτής αγοράς κατά τις Κυριακές. «Το κάνουν για να εξαφανίσουν τη μικρή επιχείρηση», «θέλουν να ευνοήσουν τα πολυκαταστήματα», «πότε θα δούμε την οικογένειά μας;», «πότε θα ξεκουραστούμε;», «πρέπει να πάμε και στην εκκλησιά», «εδώ δεν ψωνίζουν τις καθημερινές, θα ψωνίσουν τις Κυριακές;» , «ο τουρίστας θα αγοράσει ψυγείο;», «τότε να δουλεύουν και οι υπηρεσίες τις Κυριακές». Και ένα σωρό άλλα παρόμοια,τα οποία θα ήταν θεμιτό να τα ακούς από τα χείλη των εργαζομένων στα εμπορικά καταστήματα, δεδομένου του φόβου της μη νόμιμης πληρωμής της κυριακάτικης απασχόλησης.
Αλλά να τα ακούς από τους άμεσα ενδιαφερόμενους , δηλαδή την τοπική πολιτική ηγεσία και τους καταστηματάρχες της Αλεξανδρούπολης, της πόλης που βρίσκεται επάνω στον κόμβο τεσσάρων διεθνών μέσων μεταφοράς, σε απόσταση 2,5 ωρών από την Κωνσταντινούπολη και δίπλα στην Αδριανούπολη, στην Κεσσάνη, στοΤσανάκαλε, με συνολικό ανθρώπινο δυναμικό είκοσι εκατομμυρίων καταναλωτών, είναι αληθινή τρέλα. Αλλά πέρα από τον ανατολικό μας γείτονα, έχουμε προς βορρά το μοναδικό προνόμιο των χερσαίων συνόρων με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οποιοσδήποτε ευρωπαίος μπορεί να φθάσει στην Αλεξανδρούπολη και στον Έβρο χωρίς να χρειαστεί να περάσει από σύνορα και τελωνεία χωρών μη μελών της Ε.Ε., και χωρίς να επιβιβασθεί σε πλοίο.
Και εμείς τι κάνουμε για να αξιοποιήσουμε αυτά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και να φέρουμε ζεστό καινούργιο χρήμα στην αγορά; Κομπάζουμε ότι φυλάμε Θερμοπύλες, γκρινιάζουμε γιατί μαςπαραμελεί η Αθήνα, κατηγορούμε το ΔΝΤ που «βάλθηκε να καταστρέψει το μικρεμπόριο».
«Μας φθάνουν οι δύο Κυριακές τον χρόνο», δηλώνουν οι αρμόδιοι. Λες και οι επισκέπτες της πόλης μας, είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν ποιες είναι οι δύο Κυριακές που είναι ανοιχτά τα μαγαζιά μας για να μας επισκεφτούν. Βέβαια για τους άλλους καταστηματάρχες και τους υπαλλήλους των εστιατορίων, των ζαχαροπλαστείων, των καφέ, των ξενοδοχείων, του ΟΣΕ, των ΚΤΕΛ, των ταξί, του αεροδρομίου, του λιμανιού, των πλοίων, των τελωνείων, των πυροσβεστών, της Αστυνομίας, της βάρδιας της ΔΕΗ και του ΟΤΕ, την μέσων ενημέρωσης, του Νοσοκομείου, των κέντρων υγείας και όλων των άλλων που είναι στο πόδι για να καλύψουν τις ανάγκες μας, δεν γίνεται κουβέντα. Βλέπετε αυτή είναι η μοίρα τους.
Ο καταστηματάρχης στη μικρή πόλη είναι ένας παράγοντας της οικονομίας, που επιβιώνει με την στήριξη της τοπικής κοινωνίας και βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση και συσχέτιση με τους υπόλοιπους πολίτες της πόλης του. Μια νεκρή αγορά σε μια τουριστική πόλη έχει άμεσες επιπτώσεις και σε άλλους κλάδους τους οικονομίας. Μια νεκρή αγορά στερεί έσοδα από τον ξενοδόχο που θα χάσει μια μέρα νωρίτερα τον πελάτη του, από τον τουριστικό πράκτορα, από τον επιχειρηματία της εστίασης, από τον ταξιτζή, από των περιπτερά, από τον πωλητή αναμνηστικών και τουριστικών ειδών. Θα χάσει συνολικά η πόλη διότι χάνει την ανταγωνιστικότητά της σε σχέση με γειτονικές πόλεις που ανοίγουν τα μαγαζιά τους και προσελκύουν τους τουρίστες. Θα χάσουν τα μνημεία της και θα στερηθούν επισκέπτες και έσοδα τα μουσεία της . Υπάρχουν πόλεις που αντί να κλείνουν οργανώνουν όλο τον χρόνο εκδηλώσεις, πολιτιστικά δρώμενα, παρουσιάσεις τοπικών προϊόντων, ξεναγήσεις στα αξιοθέατα.
Το τραγικό είναι ότι κλείνουμε τα μαγαζιά μας τις Κυριακές για να πεταχτούμε δίπλα στην Κεσσάνη συνδυάζοντας την βόλτα με τα ψώνια. Είναι ακριβώς η ανατροπή του επιχειρήματος για τα κλειστά δικά μας μαγαζιά. Δύο τεράστια εμπορικά κέντρα άνοιξαν για μας σε απόσταση ενός τετάρτου από τα σύνορά μας, ενώ όλη η αγορά της Κεσσάνης, όπως και της Αδριανούποληςείναι ανοιχτή και υποδέχεται τους Έλληνες κάθε Κυριακή.
Προσωπικά και στο πλαίσιο του Διαζώματος ασχολούμαι εδώ και τρία χρόνια (και τις Κυριακές) για την υλοποίηση της μεγαλύτερης χωρικής επένδυσης στον τουρισμό και στον πολιτισμό. Την πολιτιστική διαδρομή της αρχαίας Εγνατίας οδού. Η ανταπόκριση του αείμνηστου περιφερειάρχη Γιώργου Παυλίδη και του διαδόχου του Χρήστου Μέτιου ήταν και είναι συγκινητική. Η επένδυση εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ και ξεκίνησε η υλοποίησή της. Το σημαντικό αυτής της πολιτιστικής διαδρομής είναι η σύνδεσή της με την τοπική οικονομία. Δηλαδή η προβολή και διάθεση τοπικών προϊόντων και υπηρεσιών. Με κλειστά καταστήματα η διαδρομή αυτή και ο στόχος της ακυρώνεται, όπως ακυρώνεται και το όφελος των παραγωγών και των εμπορικών καταστημάτων όπου θα γίνεται η διάθεση των προϊόντων αυτών.
Ένα είναι το συμπέρασμα που προκύπτει για κάθε σκεπτόμενο πολίτη που ανάλυσε και αντιλήφθηκε τα βαθύτερα αίτια της κρίσης που διέρχεται η χώρα μας την τελευταία δεκαετία. Σταθήκαμε σταθερά απέναντι στις μεταρρυθμίσεις που μας ξεβόλευαν και στις νέες ιδέες που μας φαίνονταν κενά δαιμόνια, επειδή απαιτούσαν άλλη νοοτροπία. Και στο τέλος πληρώναμε την μυωπία μας, πέφτοντας επάνω στον «τοίχο» του αύριο που νομοτελειακά μας περίμενε…