Συμφιλίωση

Οι αιώνιοι άμορφοι θεοί

πέταξαν το κουκούλι τους,

έγιναν πεταλούδες,

ξεκρεμάστηκαν από τα σύννεφα

σαν βόλια ελευθερίας,

σαν πιστολιές

από βροντές που φωνάζουν αέρα.

Απλώθηκαν στα ανοιγμένα φύλλα των δέντρων.

Θυσιάστηκαν στην κάψα της γης.

Ένα κομμάτι τους έγινε καρπός,

το άλλο βροχή,

ένα τρίτο, απλωμένο χέρι,

σαν τεντωμένο στόμα,

κάτω από το στραβωμένο λούκι

ενός χαμόσπιτου που στάζει ακόμα.

Ο μικρός θεός χόρτασε θεό.

Χαμογελάει τώρα γαλήνιος

στην αγκαλιά της μεγάλης χθόνιας μητέρας.

Το ξέρει πως στο μέλλον πάλι θα σταυρωθεί και θα αναστηθεί

μέσα στο ερωτικό της φύσης όργιο.

Μα τώρα είναι γαλήνιος.

Η υποχρέωση στην υποταγή της ανάγκης για προσφορά

συμφιλίωσε τους εσωτερικούς καθρέφτες του κόσμου.

Συμφιλίωσε τη ζωή και το θάνατο.

Συμφιλίωσε τους παράλληλους  δρόμους

που ταξιδεύουν στο άπειρο σύμπαν των πιθανοτήτων,

μαζί με όλες τις εναντιοδρομικές συγκρούσεις της συνείδησης.

Αύριο η σταύρωση και η ανάσταση θα κοιμούνται αγκαλιά.

Αύριο η σταύρωση και η ανάσταση θα τελούνται μαζί.

Αύριο τα κεριά της ανάστασης

θα στολιστούν με λουλούδια επιτάφιου,

δίχως τα στενάχωρα τείχη των συγκρητισμών

και των αναχαιτίσεων.

Αύριο, γιατί σήμερα οι εκδορές  της γης

που άφησε η βροχή

παραδίδουν ακόμη τις ευωδιές τους στον άνεμο,

μες την ασυγκράτητη των αισθήσεων σιωπή.

0 Σχόλιο

Αφήστε ένα σχόλιο