Ξεκινώντας αυτό το όμορφο και άγνωστο ταξίδι θα ήθελα να σας διηγηθώ μία μικρή ιστορία «υπάρχει μία κόρη η οποία μένει με τις φίλες της, οι φίλες της είναι οι κόρες του ωκεανού, οι Ωκεανίδες, με μορφή παρθένου κατά το άνω ήμισυ και ιχθύος κατά το κάτω, αλλά επίσης είναι και η Άρτεμη και η Αθηνά. Η κόρη είναι παρθένα, όπως επίσης παρθένες είναι η Άρτεμη και η Αθηνά. Είναι κόρη της θεάς Δήμητρας και του θεού Δία. Της θεάς που σπέρνει, που δημιουργεί, που βγάζει βλαστούς, που φύει την νέα σπορά, αλλά και του Διός, του φωτεινού θεού, του θεού του πνεύματος, του θεού της διαλεκτικής, που διανέμει και ζευγνύει τους κόσμους όλους».
Άρα έχουμε μία κόρη που αναδύθηκε από την γη και το πνεύμα. Τι είναι όμως ανάμεσα στη γη, σε αυτό που μας θρέφει, σε αυτό που μας συντηρεί, ανάμεσα στο σώμα μας και στο πνεύμα;
Είναι η ψυχή!
Η Περσεφόνη για τους αρχαίους ήταν η ψυχή.
Απόδειξη: Όσοι μυούνταν στα μυστήρια της Δήμητρας και της κόρης Περσεφόνης, δηλαδή στα ελευσίνια μυστήρια, δεν φοβόταν το θάνατο. Ήταν έτοιμοι να πεθάνουν για οτιδήποτε θεωρούσαν σημαντικό!
Εμείς, για πόσα σημαντικά πράγματα είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε;
Πόσα πράγματα είμαστε έτοιμοι να αφήσουμε πίσω μας ή να πάρουμε μαζί μας;
Κόρη στα αρχαία σημαίνει βλαστός, αυτό που αναδύεται. Κόρη σημαίνει και παρθένος. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν πως η Περσεφόνη μαζί με τις φίλες της, την Άρτεμη και την Αθηνά, μαζεύει λουλούδια, μαζεύει βλαστούς ή αν θέλετε η ψυχή – κόρη, παρθενικά εκτεθειμένη σε μία διαρκή μεταμόρφωση, μαζεύει τους ανθούς της συνείδησης.
Υπάρχει όμως ένα λουλούδι, ο νάρκισσος, που κάνει την ψυχή να ξεχνάει. Να ξεχνάει το πρόσκαιρο αυτής της ζωής, να ξεχνάει την Ιθάκη της όπως ο Οδυσσέας. Να ξεχνάει τον ψυχοπνευματικό αργαλειό της Πηνελόπης, για να αγκαλιάσει μία αντανάκλαση στην επιφάνεια του νερού.
Γεύεται λοιπόν η Περσεφόνη το νάρκισσο, τον μυρίζει και ξαφνικά ανοίγει η γη, την καταπίνει ο Άδης, και την νυμφεύεται ο Πλούτωνας.
Από εδώ και στο εξής, η Περσεφόνη κόρη, γίνεται Περσεφόνη γυναίκα.
Ο μύθος της Δήμητρας και της Περσεφόνης μας λέει ότι η Δήμητρα έχασε την κόρη της, έκλαψε γι’ αυτήν όταν την πήρε ο απρόσωπος εποχιακός εραστής, ο απρόσκλητος εισβολέας ανάμεσα στη σχέση Μητέρας – Κόρης, Πλούτωνας, στον κάτω κόσμο και στο τέλος έκανε μία συμφωνία μαζί του, να ανεβαίνει και να κατεβαίνει η Περσεφόνη στον κάτω κόσμο ανά έξι μήνες. Από εδώ και στο εξής ξεκινάει μία μεταμορφωτική ανάδυση της κόρης σε γυναίκα, σε μία μοναδική σχέση προσώπου προς πρόσωπο με το ασυνείδητο, που σε ψυχικό επίπεδο έρχεται ως άγνωστος εισβολέας.
Ο απαγωγέας Πλούτωνας, είναι ο πλούτος, ο θεός του πλούτου, ο πλούτος στα αρχαία συγγενεύει με μία άλλη λέξη, με τη λέξη πόρος, όποιος λοιπόν είναι πλούσιος είναι εύπορος, όποιος όμως δεν έχει πλούτο είναι άπορος, έχει απορία, απορεί. Όποιος λοιπόν δεν έχει πέρασμα για να οδηγηθεί στον κόσμο του αοράτου, όπως το οξυγόνο που περνάει σε ένα πολύ μικρό ποσοστό μέσα από τους πόρους του σώματός μας, αναρωτιέται, από πού να πάω; Ποιο είναι το πέρασμα; Ο Πλούτωνας πως θα μας οδηγήσει στον κόσμο του αοράτου; Στο πέρασμα; Στον κόσμο της κόρης Περσεφόνης;
Η ζωή η ίδια έχει αρκετά παράθυρα, περάσματα. Τα σημαντικότερα όμως είναι δύο: Ο έρωτας και ο θάνατος!
Ο θάνατος είναι το πέρασμα από μία κατάσταση που υποθετικά γνωρίζουμε πια είναι, σε μία άλλη κατάσταση που αγνοούμε τι συμβαίνει. Πέθανε λέμε, αγνοούμε. Και επειδή αγνοούμε φοβόμαστε. Όταν το σκοτάδι γίνεται φως παύουμε να φοβόμαστε, από άποροι γινόμαστε πλούσιοι.
Όμως και ποιος μπορεί να πει τι σημαίνει ερωτεύομαι;
Όπως μας λέει, με λίγα λόγια, ο καθηγητής φιλοσοφίας, Χρήστος Γιανναράς, στο έργο του «Σχόλιο στο Άσμα ασμάτων» «ζωή σημαίνει να παραιτείσαι από την απαίτηση της ζωής για χάρη της ζωής του άλλου. Να ζεις στο μέτρο που δίνεσαι για να δεχτείς την αυτοπροσφορά του άλλου, όχι να υπάρχεις και επιπλέον να αγαπάς, αλλά να υπάρχεις μόνο επειδή αγαπάς και στο μέτρο που αγαπάς. Διψάμε την ζωή και το ενδεχόμενο της ζωής περνάει μόνο μέσα από την σχέση με τον άλλο, στο πρόσωπο του άλλου αναζητάμε την αμοιβαιότητα στην σχέση. Εν τέλει, τον τρόπο της ζωής τον σπουδάζουμε πάντοτε σαν χαμένο παράδεισο, σαν χαμένο πλούτο».
Ο άνθρωπος λοιπόν όταν ερωτεύεται οδηγείται από την φτώχεια, στον πλούτο. Οδηγεί, την ψυχή, την Περσεφόνη… στο θάνατο!!
Δυστυχώς όμως όπως λέει και το τραγούδι «ο εφιάλτης της Περσεφόνης» το οποίο γράφτηκε το 1976, σε στίχους του σπουδαίου Νίκου Γκάτσου, εκεί που κάποτε συνέβαιναν όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα, πριν μπουν οι μύστες στο θυσιαστήριο, τώρα οι άνθρωποι έχουν αφεθεί στην άγνοια και στην ικανοποίηση του κέρδους.
Πριν γυρίσουμε λοιπόν σελίδα, ας σκεφτούμε:
Πόσο έτοιμοι ήμαστε να ξαναβρούμε την ψυχή μας;
Πόσο έτοιμοι είμαστε ν’ αναζητήσουμε εκείνο το κομμάτι του εαυτού μας που παραμένει ακόμη σκοτεινό και ανεξερεύνητο;
Εν τέλει, πόσο έτοιμοι είμαστε να αφεθούμε στο μυητικό ταξίδι της ψυχής μέσα στον έρωτα, που οδηγεί στην αυτόσυνειδησία και μετατρέπει τον φόβο του θανάτου σε αγωνία αυτογνωσίας, μαθαίνοντας μας να βιώνουμε τον έρωτα αποχαιρετώντας τον;
Υ.Γ. Ένα σημαντικό βιβλίο πάνω στα στάδια μυητικής εξέλιξης του ανθρώπινου συνειδητού μέσο του μύθου της κόρης – Περσεφόνης είναι το βιβλίο του αγαπητού φίλου Λεωνίδα Χ. Κοβάτση «ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΨΥΧΗ» Εκδόσεις Κουλτούρα.